Ρήξη με σχέδιο ρεαλιστικό, οδηγεί σε νίκη και σημαίνει ανατροπή.
Αυτό λοιπόν είναι το πραγματικό δίλημμα: ενσωμάτωση ή ανατροπή."
Αυτό λοιπόν είναι το πραγματικό δίλημμα: ενσωμάτωση ή ανατροπή."
Στις μεταρρυθμίσεις που επιθυμεί να προχωρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, για την ανοικοδόμηση της ελληνικής οικονομίας, παράλληλα με τη διαγραφή του χρέους, αναφέρθηκε ο Αλέξης Τσίπρας στην oμιλία του κατά την παρουσίαση του βιβλίου «Μια μετριοπαθής πρόταση για την επίλυση της κρίσης του ευρώ», των James K. Galbraith, Stuart Holland και Γιάννη Βαρουφάκη.
Ολόκληρη η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα:
Αγαπητοί προσκεκλημένοι,
Φίλες και Φίλοι,
Θέλω να ξεκινήσω επισημαίνοντας ότι η «μετριοπαθής πρόταση» των Βαρουφάκη-Χόλαντ-Γκαλμπρέιθ, παρά το παραπλανητικό της τίτλο, είναι μια βαθιά ριζοσπαστική πρόταση για την έξοδο της ευρωζώνης από τη κρίση.
Γιατί η αποδοχή μιας τέτοιας πρότασης από τη σημερινή ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ελίτ, προϋποθέτει τη ριζική αλλαγή στρατηγικής και προσανατολισμού για την Ευρώπη.
Δεν ισχυρίζομαι προφανώς ότι η αλλαγή της αρχιτεκτονικής του ευρώ, μπορεί από μόνη της να μας οδηγήσει στο σοσιαλισμό.
Ωστόσο, δεν θεωρώ ασήμαντο το να μετατοπιστεί η κυρίαρχη πολιτική και οικονομική ελίτ της Ευρώπης – που σήμερα βρίσκεται υπό Γερμανική ηγεμονία – από τη βασική νεοφιλελεύθερη θεωρία της αυτορρύθμισης των αγορών και της οικονομίας.
Δε θεωρώ ασήμαντο το να απαντηθεί με σχέδιο απλό, ρεαλιστικό, βιώσιμο και συγκροτημένο, το στρατηγικό δίλημμα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη, ως συνέπεια της γενικευμένης, νεοφιλελεύθερης λιτότητας: Αποπληθωρισμός ή βιώσιμη ανάπτυξη.
Και, με την έννοια αυτή, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτό το μικρό εγχειρίδιο, τη πρόταση των τριών οικονομολόγων, ως ένα «ευρωπαϊκό μανιφέστο για την ανάπτυξη».
Γιατί και οι τέσσερις προτάσεις για την αντιμετώπιση των ισάριθμων εκφάνσεων της κρίσης: της τραπεζικής, του δημόσιου χρέους, των επενδύσεων και της πρωτόγνωρης ανθρωπιστικής κρίσης, συντείνουν στην οριστική αναπτυξιακή μεταστροφή της ευρωζώνης.
Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι οι προτάσεις των συγγραφέων δεν ταυτίζονται με τις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο είναι εμφανές ότι εκκινούνε από κοινές αφετηρίες και σε πολλά σημεία εφάπτονται με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Μια προφανής, αλλά όχι και τόσο αυτονόητη για όλους στη χώρα αφετηρία, ότι το πρόβλημα του χρέους είναι πανευρωπαϊκό και όχι ελληνικό πρόβλημα.
Και επομένως σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα, απαιτείται ευρωπαϊκή λύση.
Και ότι η λύση δε μπορεί παρά να είναι στη κατεύθυνση της αμοιβαιοποίησης του χρέους, στη κατεύθυνση της διαγραφής μεγάλου μέρους του χρέους.
Εμείς δίνουμε πολύ συχνά το παράδειγμα της Διάσκεψης του Λονδίνου το 1953.
Γιατί το κάνουμε αυτό;
Πρώτον για να αποδείξουμε ότι η λύση δε μπορεί παρά να είναι πολιτική, όπως η σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ευρώπης αποδεικνύει.
Δεύτερον γιατί η λύση του 1953, εκτός της διαγραφής χρέους εμπεριείχε και τη ρήτρα ανάπτυξης που την ακολούθησε, μάλιστα και ένα γενναίο πακέτο για την ανοικοδόμηση της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Διεκδικούμε δηλαδή τη διαγραφή, μαζί τον τερματισμό της λιτότητας, μαζί με τη «ρήτρα ανάπτυξης», και τη μη δανειακή, επενδυτική χρηματοδότηση στο πλαίσιο ενός «Ευρωπαϊκού New Deal», για να αποκατασταθεί η βιωσιμότητά του χρέους και να κλείσουν οι βρόχοι της ανατροφοδότησής του.
Με δύο λόγια: θεωρούμε τη διαγραφή αναγκαία, γιατί είναι προϋπόθεση για την ανάκαμψη.
Ωστόσο ενώ τη θεωρούμε αναγκαία δε τη θεωρούμε ταυτόχρονα και από μόνη της ικανή.
Εντάσσουμε την οριστική και βιώσιμη υπέρβαση της υπερχρέωσης της χώρας στο τρίπτυχο: ανασυγκρότηση-αναδιανομή-ανάπτυξη.
Από το Μάιο 2011 είχαμε διατυπώσει αυτή τη θέση στην Κεντρική μας επιτροπή. Λέγαμε τότε:
«Η διαχείριση του χρέους είναι αναγκαία, αλλά όχι από μόνη της ικανή συνθήκη για την έξοδο από την κρίση. Είναι αναγκαία, χωρίς αυτή δεν γίνεται, αλλά όχι από μόνη της, δεν μπορεί από μόνη της αν δεν συνδυαστεί με μια ριζικά διαφορετική πολιτική».
Δυστυχώς έχουμε επιβεβαιωθεί.
Με δικαιολογία, με μοχλό το χρέος, έχουν επιβληθεί ρυθμίσεις που τσακίζουν την εσωτερική αγορά και βάζουν τα θεμέλια της νέας ύφεσης.
Ταυτόχρονα, ενώ από τότε έχει μεσολαβήσει η χρεοκοπία του καταστροφικού PSI, μια διαγραφή του χρέους που έχει ήδη συντελεσθεί, είμαστε 2 χρόνια μετά και ξανασυζητάμε για νέα διαγραφή χρέους.
Πρόκειται για την πιο εκκωφαντική αποτυχία του μνημονίου που υποτίθεται ότι θα καθιστούσε το χρέος βιώσιμο.
Πρόκειται για την κατάρρευση του διακηρυγμένου στόχου της εφαρμογής του μνημονίου.
Με απλά λόγια χρεοκοπία, διαγραφή δηλαδή χρέους και υφεσιακό μνημόνιο, σημαίνει νέα χρεοκοπία.
Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος που πρέπει να σπάσει.
Και για να σπάσει χρειάζεται ισχυρή διαπραγμάτευση.
Και η ισχυρή διαπραγμάτευση προϋποθέτει ισχυρή κυβέρνηση με νωπή και καθαρή λαϊκή εντολή να διαπραγματευθεί σκληρά.
Όχι κυβέρνηση κομμάτων που έχουν αποδοκιμαστεί από το λαό.
Όχι κυβέρνηση πολιτικών κομμάτων και προσώπων, που μέχρι πρότινος έλεγαν ότι το χρέος είναι βιώσιμο.
Όχι κυβέρνηση πολιτικών αρχηγών, που έχουν υπογράψει συμβόλαιο, να εφαρμόσουν μέτρα που φέρνουν ένα νέο κύκλο ύφεσης.
Που έχουν με την υπογραφή τους δεσμευθεί σε προαπαιτούμενα διάλυσης της εσωτερικής αγοράς.
Φίλες και Φίλοι,
Είναι γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, έχουν πάγια θέση ότι οι συνθήκες της ΕΕ πρέπει να αλλάξουν.
Η Ευρώπη για εμάς χρειάζεται νέα θεμέλια.
Νέες συνθήκες που να κλειδώνουν την προοπτική της κοινωνικής συνοχής και όχι τη μέγγενη της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Γιατί η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε βαθύ στρατηγικό αδιέξοδο.
Η στρατηγική της ακραίας λιτότητας, που εμείς αποκαλούμε Μερκελισμό, αποδιαρθρώνει την κοινωνική συνοχή, υψώνει ένα «νέο τείχος χρήματος» ανάμεσα στους πιστωτές του Βορρά και τους χρεώστες του Νότου.
Είναι μια στρατηγική που διαιρεί την Ευρώπη.
Που πυροδοτεί τον ευρωσκεπτικισμό και τον αντιευρωπαϊσμό στους λαούς.
Γιατί όσο η Ευρώπη γίνεται αποκρουστική στα πλατιά λαϊκά στρώματα, τόσο δυναμώνει η στρατηγική του Μερκελισμού και των Βορειοευρωπαίων που επιθυμούν μια Ε.Ε. πεδίο ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου ανταγωνισμού, χωρίς καμία πολιτική δέσμευση και κανένα δημοκρατικό έλεγχο.
Αλλά για μας, φίλες και φίλοι, η νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, η Ευρώπη του Μερκελισμού, δεν έχει μέλλον.
Για μας, η ενιαία Ευρώπη είτε θα είναι κοινωνική και δημοκρατική ή δε θα υπάρξει.
Πολιτικό ζητούμενο, λοιπόν, σήμερα είναι η δημοκρατική εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών, που θα προσδώσει χαρακτηριστικά δημοκρατικού ελέγχου και λαϊκής κυριαρχίας στα υπερεθνικά κέντρα αποφάσεων.
Γιατί, η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας που δεν αντισταθμίζεται από τη δυνατότητα της λαϊκής ετυμηγορίας στο υπερεθνικό επίπεδο, οδηγεί αναπότρεπτα σε νέους ολοκληρωτισμούς. Θα αναρωτηθεί βέβαια κανείς. Μέχρι να αλλάξουν οι συνθήκες τι μπορεί να γίνει;
Ποια είναι τα περιθώρια, οι βαθμοί ελευθερίας στην άσκηση εθνικής πολιτικής;
Φίλες και φίλοι,
Έχουμε απόλυτη επίγνωση ότι οι πιθανότητες επιτυχίας και θετικών αποτελεσμάτων του δικού μας σχεδίου, συναρτώνται με το πλαίσιο άσκησης πολιτικής στην Ευρώπη.
Και εδώ ακριβώς έρχεται η «μετριοπαθής πρόταση».
Μια πρόταση που μπορεί να συμβάλει σημαντικά στο να αναστραφεί η τάση εμβάθυνσης της κρίσης.
Και μάλιστα, ενώ η ευρωπαϊκή ηγεσία, δεν μπορεί να επικαλεστεί τις ευρωπαϊκές Συνθήκες για να την απορρίψει.
Φίλες και Φίλοι,
Καμία πρόταση δεν είναι ρεαλιστική αν δεν συνεκτιμά τον πραγματικό συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων.
Ακούω πολλές φορές ότι το δίλημμα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ρήξη ή ρεαλισμός.
Ανοησίες.
Η ρήξη και ο ρεαλισμός δεν είναι ετερώνυμες αλλά συμπληρωματικές έννοιες.
Ρήξη χωρίς σχέδιο ρεαλιστικό, οδηγεί σε ήττα, σημαίνει ενσωμάτωση.
Ρήξη με σχέδιο ρεαλιστικό, οδηγεί σε νίκη και σημαίνει
Αυτοί που διαρκώς αναπαράγουν το δίλλημα της ρήξης και του ρεαλισμού, προφανώς και θα επιθυμούσαν έναν ΣΥΡΙΖΑ συγκρουσιακό στα λόγια και ενσωματωμένο στη πράξη.
Για εμάς όμως το ζήτημα είναι να είμαστε ριζοσπαστικοί, συγκρουσιακοί και στα λόγια και στη πράξη.
Και αυτό απαιτεί στρατηγικό σχέδιο, επίγνωση των δυσκολιών αλλά και των δυνατοτήτων.
Και στην Ευρώπη σήμερα, παρά τις τρομακτικές αντιφάσεις υπάρχουν ακόμη αναξιοποίητες δυνατότητες για τη χώρα μας.
Με την ψήφο τους στις ευρωεκλογές, οι ίδιοι οι πολίτες της Ευρώπης, έστειλαν μήνυμα δυσαρέσκειας που πρέπει να γίνει εφαλτήριο μεγάλων αλλαγών.
Στον ευρωπαϊκό Νότο, οι πολίτες άνοιξαν δρόμο προς τα μπρος.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια απέκτησε δημοκρατική και προοδευτική προοπτική, με την ενίσχυση των δυνάμεων της Αριστεράς.
Η μαύρη κηλίδα της ναζιστικής Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα είναι, ευτυχώς, η εξαίρεση.
Και δεν είναι μόνον η ιστορική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, που σχεδόν μονοπώλησε τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου.
Είναι η άνοδος της Αριστεράς στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία. Αλλά και στην Ιρλανδία, όπου το Σιν Φέιν, με αταλάντευτη αντίθεση στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, εκτοξεύθηκε στη δεύτερη θέση με 20%.
Ωστόσο, στον ευρωπαϊκό Βορρά, έγιναν και βήματα προς τα πίσω.
Και για αυτό μιλώ για αντιφάσεις.
Παρά το γεγονός ότι σε πολλές χώρες, όπως στην Ολλανδία, τη Γερμανία, τη Φινλανδία και αλλού, η Αριστερά διατήρησε τις δυνάμεις της.
Η ψήφος τιμωρίας του ευρωπαϊκού κατεστημένου κατευθύνθηκε κυρίως στην εθνικιστική αντίδραση. Στην άκρα και λαϊκιστική δεξιά.
Το αποδεικνύει η νίκη του Κόμματος της Ανεξαρτησίας του Νάιτζελ Φάρατζ στη Μεγάλη Βρετανία.
Την οποία αξιοποιεί η ηττημένη κυβέρνηση Κάμερον για να περιορίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ενιαία αγορά. Χωρίς εσωτερική δημοκρατική οργάνωση. Χωρίς μηχανισμούς δημοσιονομικής εξισορρόπησης και κοινωνικής συνοχής. Σε μια κοινωνικά και περιβαλλοντικά ανυπεράσπιστη ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Αλλά, είναι πρωτίστως η ψήφος στο Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία,που εκπέμπει σήμα κινδύνου για όλους μας.
Όχι μόνο για τους συντηρητικούς και σοσιαλδημοκράτες οι οποίοι, παρά τις διαφορές τους, μέχρι σήμερα διεκπεραίωναν μαζί το βασικό σχέδιο για τη νεοφιλελεύθερη ανασυγκρότηση της Ευρώπης.
Το μήνυμα της Γαλλίας αφορά και εμάς.
Η Ευρωπαική Αριστερά πρέπει να βγει – και θα βγει – μπροστά.
Εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες μας εμπιστεύτηκαν. Μας έφεραν στο προσκήνιο για να συνδιαμορφώσουμε τις εξελίξεις σε προοδευτική κατεύθυνση.
Για να προσπαθήσουμε να κλείσουμε τις ανοιχτές πληγές της Ευρώπης: Τη λιτότητα, την ανεργία – και ιδίως την ανεργία των νέων – τη φτώχεια.
Μας ψήφισαν για να είμαστε παρόντες και ενεργοί. Μας έδωσαν την εντολή, να αφήσουμε πίσω μας την πολιτική της άμυνας.
Να συνεργαστούμε με ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που εμβαθύνουν τη δημοκρατία, ενισχύουν την ισόρροπη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη και διασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωση όλων των πολιτών.
Μεταρρυθμίσεις που επαναφέρουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση στις αρχές και τις αξίες της αλληλεγγύης, της πολιτικής ισότητας των χωρών της Ευρώπης και της συνοχής.
Που βάζουν τίτλους τέλους στη λιτότητα, την υπερχρέωση και την περιδίνηση της Ευρωζώνης από την ύφεση, στη στασιμότητα και την πρόσκαιρη και αναιμική ανάπτυξη, με υψηλή ανεργία και φτώχεια.
Μόνον έτσι το νεοφιλελεύθερο πολιτικό σχέδιο της κυρίας Μέρκελ και των συμμάχων της θα ηττηθεί.
Μόνον έτσι η Ευρώπη θα διασωθεί. Εάν το εγχείρημα της δημοκρατικής ενοποίησης της Ευρώπης αποτύχει, αυτό θα είναι μια ιστορική ήττα για την Αριστερά και μια μεγάλη νίκη για την άκρα δεξιά.
Πλανώνται όσοι πιστεύουν άλλα. Και αυτό, ακριβώς, είναι το πολιτικό μήνυμα που έστειλαν σε όλην την Ευρώπη οι πολίτες της Γαλλίας.
Γιατί οι αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας και της αλληλεγγύης. Οι αρχές που ενέπνευσαν το ευρωπαϊκό εγχείρημα στην αφετηρία του και είναι εγγεγραμμένες στο Μανιφέστο του Βεντοτένε του 1941, για μια ελεύθερη και ενωμένη Ευρώπη, που συνέταξε ο κομμουνιστής Αλτιέρο Σπινέλι, είναι οι θεμελιώδεις αρχές της δικής μας Αριστεράς.
Γι’ αυτό, η ουσιαστική επανίδρυση της Ευρώπης σε δημοκρατική, κοινωνική και οικολογική βάση είναι υπαρξιακή υπόθεση της ευρωπαϊκής Αριστεράς στο σύνολό της – ανεξάρτητα από ιστορικές διαιρέσεις, πολιτικές διαδρομές και κομματικές ταυτότητες.
Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι μας.
Σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες αριστεροί δημοκράτες και κομμουνιστές.
Μια νέα Ευρώπη απαιτεί και μια νέα Αριστερά. Μια Αριστερά η οποία δρα ως δύναμη μετασχηματισμού της Ευρώπης, αλλά και του ίδιου του εαυτού της.
Φίλες και Φίλοι,
Οι ευρωεκλογές του περασμένου μήνα, παρά τις αντιφάσεις που προανέφερα, έχουν πράγματι προκαλέσει ρήγματα στο, μέχρι τότε, φαινομενικά αδιαπέραστο τείχος της λιτότητας στην Ευρώπη.
Έχουν δημιουργήσει νέες δυνατότητες για την ευρωπαϊκή Αριστερά. Διαμορφώνουν έναν πιο ευνοϊκό ευρωπαϊκό περίγυρο για την επόμενη ελληνική κυβέρνηση – την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Τις αξιοποιούμε, ήδη ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Και μόνον εμείς μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε.
Γιατί εμείς δεν έχουμε προσδεθεί στο άρμα της νεοφιλελεύθερης λιτότητας.
Εμείς δεν πιστεύουμε σ’ αυτήν την πολιτική.
Συμμετέχουμε ενεργά στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, έτσι ώστε να διευρύνουμε τα ρήγματα στο νεοφιλελευθερισμό.
Στην κατεύθυνση αυτή, παράλληλα με τις πολιτικές παρεμβάσεις μας, ενθαρρύνουμε και συντονιζόμαστε με τα κοινωνικά κινήματα ενάντια στη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων αγαθών, όπως, για παράδειγμα, την ιδιωτικοποίηση του νερού.
Με τους συνδικαλιστικούς φορείς, που αγωνίζονται για την προάσπιση του κοινωνικού κράτους και την ανάπτυξη με ποιοτικές θέσεις εργασίας και σεβασμό στο περιβάλλον.
Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, γιατί η Αριστερά δεν μπορεί να βγει μπροστά με την κοινωνία πίσω και σε αδράνεια.
Και τις αναλαμβάνουμε αυτές τις πρωτοβουλίες, με την αυτοπεποίθηση και την υπευθυνότητα που αντλούμε από την εμπιστοσύνη των πολιτών. Τρία πρόσφατα χαρακτηριστικά γεγονότα επιβεβαιώνουν, τις ρωγμές στο τείχος της λιτότητας:
1. Μόλις πριν από λίγες μέρες, στις 3 Ιουνίου, σε πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της, η έγκυρη γερμανική οικονομική εφημερίδα «Χάντελσμπλατ» επέρριψε την ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση στην Ευρώπη στη «σιδηρά πολιτική λιτότητας που επέβαλε κυρίως η Γερμανία».
2. Σε συνέντευξή του στο ίδιο φύλλο, ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις Μίχαελ Ροτ, ο οποίος προέρχεται από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, ζήτησε να εξαιρεθούν από τα δημοσιονομικά κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης οι δαπάνες που συνιστούν επένδυση στο μέλλον.
Δηλαδή, οι δαπάνες για την παιδεία, την έρευνα, τις υποδομές και την απασχόληση, και
3. Την περασμένη Παρασκευή, σε ομιλία του στο Βερολίνο, ο Επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Λάζλο Άντορ, επεσήμανε ότι η οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης προϋποθέτει την επαναθεμελίωση του πυρήνα της Ευρωζώνης.
Και πρότεινε τις εξής δύο πρωτοβουλίες: πρώτον, τη διεύρυνση της εντολής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ώστε να περιλάβει την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση ως ισότιμους στόχους της νομισματικής πολιτικής με τη σταθερότητα των τιμών. Και, έτσι, να λειτουργεί ως δανειστής ύστατης καταφυγής.
Και, δεύτερον, ένα ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης κατά της ανεργίας, ως μηχανισμό δημοσιονομικών μεταβιβάσεων ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Πρόκειται για μικρές ρωγμές που ολοένα και πολλαπλασιάζονται, τις οποίες οφείλουμε να αξιοποιήσουμε.
Σ’ αυτό το ευρύτερο πλαίσιο εγγράφεται και η αντιπαράθεση στην Ευρώπη για το ποιος θα αποφασίσει για το νέο πρόεδρο της Κομισιόν.
Δεν τρελάθηκα ξαφνικά να υποστηρίξω τον Γιούνκερ, όπως ψευδώς εμφανίζει μερίδα μέσων ενημέρωσης.
Με τον Γιούνκερ μας χωρίζει πολιτική άβυσσος.
Ωστόσο δεν παραγνωρίζω ότι αν υπάρχει μια πιθανότητα ως μελλοντικός πρωθυπουργός να επηρεάσω τις αποφάσεις της Κομισιόν, αυτό προϋποθέτει την εκλογή τους Προέδρου της από μια στοιχειωδώς δημοκρατική πολιτική διαδικασία και όχι το διορισμό του από την κυρία Μέρκελ. Φίλες και Φίλοι,
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, τα δύο επίπεδα πολιτικής λειτουργίας και ταξικής αντιπαράθεσης – το ευρωπαϊκό και το εθνικό – είναι αδιαίρετα και αλληλένδετα.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το πρόβλημα υπερχρέωσης της χώρας συναρτάται αποκλειστικά και μόνο με την δομή και τη λειτουργία της Ευρωζώνης.
Το διαχρονικά υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν έχει μόνον εξωγενή αίτια.
Έχει και ενδογενή.
Βασικά συστατικά του μηχανισμού αναπαραγωγής του χρέους είναι η άνιση κατανομη των βαρών, οι ανισότητες και οι μη αναπαραγωγικές δαπάνες.
Είναι συστατικά που συναρτώνται με τη δομή και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος της χώρας μας μεταπολιτευτικά.
Με το στρεβλό, ρηχό και αντιπαραγωγικό αναπτυξιακό πρότυπο που υιοθέτησε το δικομματικό πολιτικό κατεστημένο της Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ.
Με ένα δημοσιονομικό σύστημα, που υπηρετούσε το πελατειακό κράτος των δύο κομμάτων που εναλλάσσονταν στην εξουσία.
Αν δεν προχωρήσουμε στις επείγουσες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, την οικονομία και τους θεσμούς, σε μεταρρυθμίσεις που θα κλείσουν οριστικά την πόρτα στο παρελθόν, τότε, όσο κι αν αύριο μειώσουμε το δημόσιο χρέος, μεθαύριο θα το ξαναβρούμε μπροστά μας.
Και επειδή η έννοια μεταρρύθμιση έχει κακοπάθει και κακοφορμίσει από τα χρόνια του εκσυγχρονισμού έως τα χρόνια του τροικανισμού, από τους ίδιους πάνω κάτω ανθρώπους σε καίριες θέσεις άσκησης οικονομικής πολιτικής, οφείλω να εξηγηθώ.
Οι δικές μας μεταρρυθμίσεις θα έχουν ταξικό πρόσημο και κοινωική ανταποδοτικότητα.
Δε θα είναι αντιμεταρρυθμίσεις κοινωνικής διάλυσης.
· Θέλουμε ένα νέο πολιτικό σύστημα. Απεγκλωβισμένο από τη Λερναία Ύδρα της διαπλοκής. Αυτονομημένο από το καρτέλ της ολιγαρχίας.
Στόχος μας να αποκόψουμε τον ομφάλιο λώρο που συνδέει το πολιτικό σύστημα με το παρασιτικό παρακράτος των ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης.
Όχι όμως απολύοντας τις καθαρίστριες του υπουργείου οικονομικών και τους σχολικούς φύλακες.
Προτεραιότητα είναι ο απογαλακτισμός της δημόσιας διοίκησης από την κομματική εξάρτηση, το ρουσφέτι και την αναξιοκρατία.
Η κατάργηση του πελατειακού κράτους.
Εμείς μπορούμε να το κάνουμε. Γιατί δεν το σχεδιάσαμε δεν το στελεχώσαμε. Και, επιπλέον, λειτούργησε εναντίον μας.
Για να βγάλουμε από τη μέγγενη της υπερφορολόγησης τα μεσαία στρώματα. Και να αυξήσουμε, παράλληλα, τη φορολογία των υψηλών εισοδημάτων και της μεγάλης περιουσίας.
Όχι, όμως, για να ανοίξουμε δήθεν τα κλειστά επαγγέλματα, αλλά για να ανοίξουμε τις αγορές από τα καρτέλ της διαπλοκής.
Με σύγχρονη αντιολιγοπωλιακή νομοθεσία και μια πραγματικά ανεξάρτητη, ακηδεμόνευτη, πλήρως λειτουργική και θεσμικά ενισχυμένη Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Και αυτές οι προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν στις σημερινές συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης.
Ούτε μπορούν να τις εφαρμόσουν οι δύο πολιτικές δυνάμεις που ευδοκίμησαν χρεοκοπώντας τη χώρα και το λαό μας. Μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη στήριξη και συμμετοχή του λαού και με μια πλατιά προοδευτική συμμαχία, σε ένα αναγκαίο ριζοσπαστικό πρόγραμμα, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την αναπτυξιακή και παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου, με βάση το εθνικό σχέδιο που έχουμε εκπονήσει.
Και μπορούμε να το κάνουμε μόνο εμείς, γιατί δεν είμαστε το απαξιωμένο χθες.
Δεν ανακυκλώνουμε ούτε τις πολιτικές, ούτε τις συμπεριφορές, ούτε το δημόσιο ήθος, ούτε και τα πρόσωπα της κρίσης και της καταστροφής.
Με την ελπίδα αυτό το βιβλίο να διαβαστεί κυρίως από αυτούς που διαφωνούν με το ΣΥΡΙΖΑ, θέλω να ευχηθώ στους συγγραφείς και τους εκδότες καλές πωλήσεις.
Και να σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Με μεγάλη χαρά ανταποκρίθηκα στην πρόκληση του εκδοτικού οίκου «Ποταμός» να συμμετάσχω στην παρουσίαση ενός σημαντικού βιβλίου-οδηγού για την έξοδο της Ευρώπης από την κρίση και την ανάπτυξη.
Ενός βιβλίου που συνέγραψαν τρεις διακεκριμένοι οικονομολόγοι, με πολυετή διεθνή καταξίωση, που έχω τη τύχη να γνωρίζω και την τιμή να συνομιλώ τακτικά μαζί τους.
Θέλω να ξεκινήσω επισημαίνοντας ότι η «μετριοπαθής πρόταση» των Βαρουφάκη-Χόλαντ-Γκαλμπρέιθ, παρά το παραπλανητικό της τίτλο, είναι μια βαθιά ριζοσπαστική πρόταση για την έξοδο της ευρωζώνης από τη κρίση.
Γιατί η αποδοχή μιας τέτοιας πρότασης από τη σημερινή ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική ελίτ, προϋποθέτει τη ριζική αλλαγή στρατηγικής και προσανατολισμού για την Ευρώπη.
Δεν ισχυρίζομαι προφανώς ότι η αλλαγή της αρχιτεκτονικής του ευρώ, μπορεί από μόνη της να μας οδηγήσει στο σοσιαλισμό.
Ωστόσο, δεν θεωρώ ασήμαντο το να μετατοπιστεί η κυρίαρχη πολιτική και οικονομική ελίτ της Ευρώπης – που σήμερα βρίσκεται υπό Γερμανική ηγεμονία – από τη βασική νεοφιλελεύθερη θεωρία της αυτορρύθμισης των αγορών και της οικονομίας.
Δε θεωρώ ασήμαντο το να απαντηθεί με σχέδιο απλό, ρεαλιστικό, βιώσιμο και συγκροτημένο, το στρατηγικό δίλημμα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη, ως συνέπεια της γενικευμένης, νεοφιλελεύθερης λιτότητας: Αποπληθωρισμός ή βιώσιμη ανάπτυξη.
Και, με την έννοια αυτή, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτό το μικρό εγχειρίδιο, τη πρόταση των τριών οικονομολόγων, ως ένα «ευρωπαϊκό μανιφέστο για την ανάπτυξη».
Γιατί και οι τέσσερις προτάσεις για την αντιμετώπιση των ισάριθμων εκφάνσεων της κρίσης: της τραπεζικής, του δημόσιου χρέους, των επενδύσεων και της πρωτόγνωρης ανθρωπιστικής κρίσης, συντείνουν στην οριστική αναπτυξιακή μεταστροφή της ευρωζώνης.
Σωστά, λοιπόν, την συνοψίζουν οι συντάκτες της ως συνολική πρόταση για ένα «νέο ευρωπαϊκό NewDeal».
Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι οι προτάσεις των συγγραφέων δεν ταυτίζονται με τις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο είναι εμφανές ότι εκκινούνε από κοινές αφετηρίες και σε πολλά σημεία εφάπτονται με τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Μια προφανής, αλλά όχι και τόσο αυτονόητη για όλους στη χώρα αφετηρία, ότι το πρόβλημα του χρέους είναι πανευρωπαϊκό και όχι ελληνικό πρόβλημα.
Και επομένως σε ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα, απαιτείται ευρωπαϊκή λύση.
Και ότι η λύση δε μπορεί παρά να είναι στη κατεύθυνση της αμοιβαιοποίησης του χρέους, στη κατεύθυνση της διαγραφής μεγάλου μέρους του χρέους.
Εμείς δίνουμε πολύ συχνά το παράδειγμα της Διάσκεψης του Λονδίνου το 1953.
Γιατί το κάνουμε αυτό;
Πρώτον για να αποδείξουμε ότι η λύση δε μπορεί παρά να είναι πολιτική, όπως η σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ευρώπης αποδεικνύει.
Δεύτερον γιατί η λύση του 1953, εκτός της διαγραφής χρέους εμπεριείχε και τη ρήτρα ανάπτυξης που την ακολούθησε, μάλιστα και ένα γενναίο πακέτο για την ανοικοδόμηση της μεταπολεμικής Ευρώπης.
Διεκδικούμε δηλαδή τη διαγραφή, μαζί τον τερματισμό της λιτότητας, μαζί με τη «ρήτρα ανάπτυξης», και τη μη δανειακή, επενδυτική χρηματοδότηση στο πλαίσιο ενός «Ευρωπαϊκού New Deal», για να αποκατασταθεί η βιωσιμότητά του χρέους και να κλείσουν οι βρόχοι της ανατροφοδότησής του.
Με δύο λόγια: θεωρούμε τη διαγραφή αναγκαία, γιατί είναι προϋπόθεση για την ανάκαμψη.
Ωστόσο ενώ τη θεωρούμε αναγκαία δε τη θεωρούμε ταυτόχρονα και από μόνη της ικανή.
Εντάσσουμε την οριστική και βιώσιμη υπέρβαση της υπερχρέωσης της χώρας στο τρίπτυχο: ανασυγκρότηση-αναδιανομή-ανάπτυξη.
Από το Μάιο 2011 είχαμε διατυπώσει αυτή τη θέση στην Κεντρική μας επιτροπή. Λέγαμε τότε:
«Η διαχείριση του χρέους είναι αναγκαία, αλλά όχι από μόνη της ικανή συνθήκη για την έξοδο από την κρίση. Είναι αναγκαία, χωρίς αυτή δεν γίνεται, αλλά όχι από μόνη της, δεν μπορεί από μόνη της αν δεν συνδυαστεί με μια ριζικά διαφορετική πολιτική».
Δυστυχώς έχουμε επιβεβαιωθεί.
Με δικαιολογία, με μοχλό το χρέος, έχουν επιβληθεί ρυθμίσεις που τσακίζουν την εσωτερική αγορά και βάζουν τα θεμέλια της νέας ύφεσης.
Ταυτόχρονα, ενώ από τότε έχει μεσολαβήσει η χρεοκοπία του καταστροφικού PSI, μια διαγραφή του χρέους που έχει ήδη συντελεσθεί, είμαστε 2 χρόνια μετά και ξανασυζητάμε για νέα διαγραφή χρέους.
Πρόκειται για την πιο εκκωφαντική αποτυχία του μνημονίου που υποτίθεται ότι θα καθιστούσε το χρέος βιώσιμο.
Πρόκειται για την κατάρρευση του διακηρυγμένου στόχου της εφαρμογής του μνημονίου.
Με απλά λόγια χρεοκοπία, διαγραφή δηλαδή χρέους και υφεσιακό μνημόνιο, σημαίνει νέα χρεοκοπία.
Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος που πρέπει να σπάσει.
Και για να σπάσει χρειάζεται ισχυρή διαπραγμάτευση.
Και η ισχυρή διαπραγμάτευση προϋποθέτει ισχυρή κυβέρνηση με νωπή και καθαρή λαϊκή εντολή να διαπραγματευθεί σκληρά.
Όχι κυβέρνηση κομμάτων που έχουν αποδοκιμαστεί από το λαό.
Όχι κυβέρνηση πολιτικών κομμάτων και προσώπων, που μέχρι πρότινος έλεγαν ότι το χρέος είναι βιώσιμο.
Όχι κυβέρνηση πολιτικών αρχηγών, που έχουν υπογράψει συμβόλαιο, να εφαρμόσουν μέτρα που φέρνουν ένα νέο κύκλο ύφεσης.
Που έχουν με την υπογραφή τους δεσμευθεί σε προαπαιτούμενα διάλυσης της εσωτερικής αγοράς.
Φίλες και Φίλοι,
Είναι γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, έχουν πάγια θέση ότι οι συνθήκες της ΕΕ πρέπει να αλλάξουν.
Η Ευρώπη για εμάς χρειάζεται νέα θεμέλια.
Νέες συνθήκες που να κλειδώνουν την προοπτική της κοινωνικής συνοχής και όχι τη μέγγενη της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Γιατί η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε βαθύ στρατηγικό αδιέξοδο.
Η στρατηγική της ακραίας λιτότητας, που εμείς αποκαλούμε Μερκελισμό, αποδιαρθρώνει την κοινωνική συνοχή, υψώνει ένα «νέο τείχος χρήματος» ανάμεσα στους πιστωτές του Βορρά και τους χρεώστες του Νότου.
Είναι μια στρατηγική που διαιρεί την Ευρώπη.
Που πυροδοτεί τον ευρωσκεπτικισμό και τον αντιευρωπαϊσμό στους λαούς.
Γιατί όσο η Ευρώπη γίνεται αποκρουστική στα πλατιά λαϊκά στρώματα, τόσο δυναμώνει η στρατηγική του Μερκελισμού και των Βορειοευρωπαίων που επιθυμούν μια Ε.Ε. πεδίο ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου ανταγωνισμού, χωρίς καμία πολιτική δέσμευση και κανένα δημοκρατικό έλεγχο.
Αλλά για μας, φίλες και φίλοι, η νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, η Ευρώπη του Μερκελισμού, δεν έχει μέλλον.
Για μας, η ενιαία Ευρώπη είτε θα είναι κοινωνική και δημοκρατική ή δε θα υπάρξει.
Πολιτικό ζητούμενο, λοιπόν, σήμερα είναι η δημοκρατική εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών, που θα προσδώσει χαρακτηριστικά δημοκρατικού ελέγχου και λαϊκής κυριαρχίας στα υπερεθνικά κέντρα αποφάσεων.
Γιατί, η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας που δεν αντισταθμίζεται από τη δυνατότητα της λαϊκής ετυμηγορίας στο υπερεθνικό επίπεδο, οδηγεί αναπότρεπτα σε νέους ολοκληρωτισμούς. Θα αναρωτηθεί βέβαια κανείς. Μέχρι να αλλάξουν οι συνθήκες τι μπορεί να γίνει;
Ποια είναι τα περιθώρια, οι βαθμοί ελευθερίας στην άσκηση εθνικής πολιτικής;
Φίλες και φίλοι,
Έχουμε απόλυτη επίγνωση ότι οι πιθανότητες επιτυχίας και θετικών αποτελεσμάτων του δικού μας σχεδίου, συναρτώνται με το πλαίσιο άσκησης πολιτικής στην Ευρώπη.
Και εδώ ακριβώς έρχεται η «μετριοπαθής πρόταση».
Μια πρόταση που μπορεί να συμβάλει σημαντικά στο να αναστραφεί η τάση εμβάθυνσης της κρίσης.
Και μάλιστα, ενώ η ευρωπαϊκή ηγεσία, δεν μπορεί να επικαλεστεί τις ευρωπαϊκές Συνθήκες για να την απορρίψει.
Φίλες και Φίλοι,
Καμία πρόταση δεν είναι ρεαλιστική αν δεν συνεκτιμά τον πραγματικό συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων.
Ακούω πολλές φορές ότι το δίλημμα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ρήξη ή ρεαλισμός.
Ανοησίες.
Η ρήξη και ο ρεαλισμός δεν είναι ετερώνυμες αλλά συμπληρωματικές έννοιες.
Ρήξη χωρίς σχέδιο ρεαλιστικό, οδηγεί σε ήττα, σημαίνει ενσωμάτωση.
Ρήξη με σχέδιο ρεαλιστικό, οδηγεί σε νίκη και σημαίνει
ανατροπή.
Αυτό λοιπόν είναι το πραγματικό δίλημμα: ενσωμάτωση ή ανατροπή.
Αυτοί που διαρκώς αναπαράγουν το δίλλημα της ρήξης και του ρεαλισμού, προφανώς και θα επιθυμούσαν έναν ΣΥΡΙΖΑ συγκρουσιακό στα λόγια και ενσωματωμένο στη πράξη.
Για εμάς όμως το ζήτημα είναι να είμαστε ριζοσπαστικοί, συγκρουσιακοί και στα λόγια και στη πράξη.
Και αυτό απαιτεί στρατηγικό σχέδιο, επίγνωση των δυσκολιών αλλά και των δυνατοτήτων.
Και στην Ευρώπη σήμερα, παρά τις τρομακτικές αντιφάσεις υπάρχουν ακόμη αναξιοποίητες δυνατότητες για τη χώρα μας.
Με την ψήφο τους στις ευρωεκλογές, οι ίδιοι οι πολίτες της Ευρώπης, έστειλαν μήνυμα δυσαρέσκειας που πρέπει να γίνει εφαλτήριο μεγάλων αλλαγών.
Στον ευρωπαϊκό Νότο, οι πολίτες άνοιξαν δρόμο προς τα μπρος.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια απέκτησε δημοκρατική και προοδευτική προοπτική, με την ενίσχυση των δυνάμεων της Αριστεράς.
Η μαύρη κηλίδα της ναζιστικής Χρυσής Αυγής στην Ελλάδα είναι, ευτυχώς, η εξαίρεση.
Και δεν είναι μόνον η ιστορική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, που σχεδόν μονοπώλησε τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου.
Είναι η άνοδος της Αριστεράς στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, στην Ιταλία. Αλλά και στην Ιρλανδία, όπου το Σιν Φέιν, με αταλάντευτη αντίθεση στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, εκτοξεύθηκε στη δεύτερη θέση με 20%.
Ωστόσο, στον ευρωπαϊκό Βορρά, έγιναν και βήματα προς τα πίσω.
Και για αυτό μιλώ για αντιφάσεις.
Παρά το γεγονός ότι σε πολλές χώρες, όπως στην Ολλανδία, τη Γερμανία, τη Φινλανδία και αλλού, η Αριστερά διατήρησε τις δυνάμεις της.
Η ψήφος τιμωρίας του ευρωπαϊκού κατεστημένου κατευθύνθηκε κυρίως στην εθνικιστική αντίδραση. Στην άκρα και λαϊκιστική δεξιά.
Το αποδεικνύει η νίκη του Κόμματος της Ανεξαρτησίας του Νάιτζελ Φάρατζ στη Μεγάλη Βρετανία.
Την οποία αξιοποιεί η ηττημένη κυβέρνηση Κάμερον για να περιορίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ενιαία αγορά. Χωρίς εσωτερική δημοκρατική οργάνωση. Χωρίς μηχανισμούς δημοσιονομικής εξισορρόπησης και κοινωνικής συνοχής. Σε μια κοινωνικά και περιβαλλοντικά ανυπεράσπιστη ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Αλλά, είναι πρωτίστως η ψήφος στο Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία,που εκπέμπει σήμα κινδύνου για όλους μας.
Όχι μόνο για τους συντηρητικούς και σοσιαλδημοκράτες οι οποίοι, παρά τις διαφορές τους, μέχρι σήμερα διεκπεραίωναν μαζί το βασικό σχέδιο για τη νεοφιλελεύθερη ανασυγκρότηση της Ευρώπης.
Το μήνυμα της Γαλλίας αφορά και εμάς.
Η Ευρωπαική Αριστερά πρέπει να βγει – και θα βγει – μπροστά.
Εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες μας εμπιστεύτηκαν. Μας έφεραν στο προσκήνιο για να συνδιαμορφώσουμε τις εξελίξεις σε προοδευτική κατεύθυνση.
Για να προσπαθήσουμε να κλείσουμε τις ανοιχτές πληγές της Ευρώπης: Τη λιτότητα, την ανεργία – και ιδίως την ανεργία των νέων – τη φτώχεια.
Μας ψήφισαν για να είμαστε παρόντες και ενεργοί. Μας έδωσαν την εντολή, να αφήσουμε πίσω μας την πολιτική της άμυνας.
Να συνεργαστούμε με ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που εμβαθύνουν τη δημοκρατία, ενισχύουν την ισόρροπη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη και διασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωση όλων των πολιτών.
Μεταρρυθμίσεις που επαναφέρουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση στις αρχές και τις αξίες της αλληλεγγύης, της πολιτικής ισότητας των χωρών της Ευρώπης και της συνοχής.
Που βάζουν τίτλους τέλους στη λιτότητα, την υπερχρέωση και την περιδίνηση της Ευρωζώνης από την ύφεση, στη στασιμότητα και την πρόσκαιρη και αναιμική ανάπτυξη, με υψηλή ανεργία και φτώχεια.
Μόνον έτσι το νεοφιλελεύθερο πολιτικό σχέδιο της κυρίας Μέρκελ και των συμμάχων της θα ηττηθεί.
Μόνον έτσι η Ευρώπη θα διασωθεί. Εάν το εγχείρημα της δημοκρατικής ενοποίησης της Ευρώπης αποτύχει, αυτό θα είναι μια ιστορική ήττα για την Αριστερά και μια μεγάλη νίκη για την άκρα δεξιά.
Πλανώνται όσοι πιστεύουν άλλα. Και αυτό, ακριβώς, είναι το πολιτικό μήνυμα που έστειλαν σε όλην την Ευρώπη οι πολίτες της Γαλλίας.
Γιατί οι αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας και της αλληλεγγύης. Οι αρχές που ενέπνευσαν το ευρωπαϊκό εγχείρημα στην αφετηρία του και είναι εγγεγραμμένες στο Μανιφέστο του Βεντοτένε του 1941, για μια ελεύθερη και ενωμένη Ευρώπη, που συνέταξε ο κομμουνιστής Αλτιέρο Σπινέλι, είναι οι θεμελιώδεις αρχές της δικής μας Αριστεράς.
Γι’ αυτό, η ουσιαστική επανίδρυση της Ευρώπης σε δημοκρατική, κοινωνική και οικολογική βάση είναι υπαρξιακή υπόθεση της ευρωπαϊκής Αριστεράς στο σύνολό της – ανεξάρτητα από ιστορικές διαιρέσεις, πολιτικές διαδρομές και κομματικές ταυτότητες.
Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι μας.
Σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες αριστεροί δημοκράτες και κομμουνιστές.
Μια νέα Ευρώπη απαιτεί και μια νέα Αριστερά. Μια Αριστερά η οποία δρα ως δύναμη μετασχηματισμού της Ευρώπης, αλλά και του ίδιου του εαυτού της.
Φίλες και Φίλοι,
Οι ευρωεκλογές του περασμένου μήνα, παρά τις αντιφάσεις που προανέφερα, έχουν πράγματι προκαλέσει ρήγματα στο, μέχρι τότε, φαινομενικά αδιαπέραστο τείχος της λιτότητας στην Ευρώπη.
Έχουν δημιουργήσει νέες δυνατότητες για την ευρωπαϊκή Αριστερά. Διαμορφώνουν έναν πιο ευνοϊκό ευρωπαϊκό περίγυρο για την επόμενη ελληνική κυβέρνηση – την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Τις αξιοποιούμε, ήδη ως αξιωματική αντιπολίτευση.
Και μόνον εμείς μπορούμε να τις αξιοποιήσουμε.
Γιατί εμείς δεν έχουμε προσδεθεί στο άρμα της νεοφιλελεύθερης λιτότητας.
Εμείς δεν πιστεύουμε σ’ αυτήν την πολιτική.
Συμμετέχουμε ενεργά στις ευρωπαϊκές εξελίξεις, έτσι ώστε να διευρύνουμε τα ρήγματα στο νεοφιλελευθερισμό.
Στην κατεύθυνση αυτή, παράλληλα με τις πολιτικές παρεμβάσεις μας, ενθαρρύνουμε και συντονιζόμαστε με τα κοινωνικά κινήματα ενάντια στη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων αγαθών, όπως, για παράδειγμα, την ιδιωτικοποίηση του νερού.
Με τους συνδικαλιστικούς φορείς, που αγωνίζονται για την προάσπιση του κοινωνικού κράτους και την ανάπτυξη με ποιοτικές θέσεις εργασίας και σεβασμό στο περιβάλλον.
Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, γιατί η Αριστερά δεν μπορεί να βγει μπροστά με την κοινωνία πίσω και σε αδράνεια.
Και τις αναλαμβάνουμε αυτές τις πρωτοβουλίες, με την αυτοπεποίθηση και την υπευθυνότητα που αντλούμε από την εμπιστοσύνη των πολιτών. Τρία πρόσφατα χαρακτηριστικά γεγονότα επιβεβαιώνουν, τις ρωγμές στο τείχος της λιτότητας:
1. Μόλις πριν από λίγες μέρες, στις 3 Ιουνίου, σε πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της, η έγκυρη γερμανική οικονομική εφημερίδα «Χάντελσμπλατ» επέρριψε την ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση στην Ευρώπη στη «σιδηρά πολιτική λιτότητας που επέβαλε κυρίως η Γερμανία».
2. Σε συνέντευξή του στο ίδιο φύλλο, ο Γερμανός υφυπουργός Εξωτερικών για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις Μίχαελ Ροτ, ο οποίος προέρχεται από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, ζήτησε να εξαιρεθούν από τα δημοσιονομικά κριτήρια του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης οι δαπάνες που συνιστούν επένδυση στο μέλλον.
Δηλαδή, οι δαπάνες για την παιδεία, την έρευνα, τις υποδομές και την απασχόληση, και
3. Την περασμένη Παρασκευή, σε ομιλία του στο Βερολίνο, ο Επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Λάζλο Άντορ, επεσήμανε ότι η οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης προϋποθέτει την επαναθεμελίωση του πυρήνα της Ευρωζώνης.
Και πρότεινε τις εξής δύο πρωτοβουλίες: πρώτον, τη διεύρυνση της εντολής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ώστε να περιλάβει την οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση ως ισότιμους στόχους της νομισματικής πολιτικής με τη σταθερότητα των τιμών. Και, έτσι, να λειτουργεί ως δανειστής ύστατης καταφυγής.
Και, δεύτερον, ένα ευρωπαϊκό σύστημα ασφάλισης κατά της ανεργίας, ως μηχανισμό δημοσιονομικών μεταβιβάσεων ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης.
Πρόκειται για μικρές ρωγμές που ολοένα και πολλαπλασιάζονται, τις οποίες οφείλουμε να αξιοποιήσουμε.
Σ’ αυτό το ευρύτερο πλαίσιο εγγράφεται και η αντιπαράθεση στην Ευρώπη για το ποιος θα αποφασίσει για το νέο πρόεδρο της Κομισιόν.
Δεν τρελάθηκα ξαφνικά να υποστηρίξω τον Γιούνκερ, όπως ψευδώς εμφανίζει μερίδα μέσων ενημέρωσης.
Με τον Γιούνκερ μας χωρίζει πολιτική άβυσσος.
Ωστόσο δεν παραγνωρίζω ότι αν υπάρχει μια πιθανότητα ως μελλοντικός πρωθυπουργός να επηρεάσω τις αποφάσεις της Κομισιόν, αυτό προϋποθέτει την εκλογή τους Προέδρου της από μια στοιχειωδώς δημοκρατική πολιτική διαδικασία και όχι το διορισμό του από την κυρία Μέρκελ. Φίλες και Φίλοι,
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, τα δύο επίπεδα πολιτικής λειτουργίας και ταξικής αντιπαράθεσης – το ευρωπαϊκό και το εθνικό – είναι αδιαίρετα και αλληλένδετα.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το πρόβλημα υπερχρέωσης της χώρας συναρτάται αποκλειστικά και μόνο με την δομή και τη λειτουργία της Ευρωζώνης.
Το διαχρονικά υψηλό δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν έχει μόνον εξωγενή αίτια.
Έχει και ενδογενή.
Βασικά συστατικά του μηχανισμού αναπαραγωγής του χρέους είναι η άνιση κατανομη των βαρών, οι ανισότητες και οι μη αναπαραγωγικές δαπάνες.
Είναι συστατικά που συναρτώνται με τη δομή και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος της χώρας μας μεταπολιτευτικά.
Με το στρεβλό, ρηχό και αντιπαραγωγικό αναπτυξιακό πρότυπο που υιοθέτησε το δικομματικό πολιτικό κατεστημένο της Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ.
Με ένα δημοσιονομικό σύστημα, που υπηρετούσε το πελατειακό κράτος των δύο κομμάτων που εναλλάσσονταν στην εξουσία.
Αν δεν προχωρήσουμε στις επείγουσες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, την οικονομία και τους θεσμούς, σε μεταρρυθμίσεις που θα κλείσουν οριστικά την πόρτα στο παρελθόν, τότε, όσο κι αν αύριο μειώσουμε το δημόσιο χρέος, μεθαύριο θα το ξαναβρούμε μπροστά μας.
Και επειδή η έννοια μεταρρύθμιση έχει κακοπάθει και κακοφορμίσει από τα χρόνια του εκσυγχρονισμού έως τα χρόνια του τροικανισμού, από τους ίδιους πάνω κάτω ανθρώπους σε καίριες θέσεις άσκησης οικονομικής πολιτικής, οφείλω να εξηγηθώ.
Οι δικές μας μεταρρυθμίσεις θα έχουν ταξικό πρόσημο και κοινωική ανταποδοτικότητα.
Δε θα είναι αντιμεταρρυθμίσεις κοινωνικής διάλυσης.
· Θέλουμε ένα νέο πολιτικό σύστημα. Απεγκλωβισμένο από τη Λερναία Ύδρα της διαπλοκής. Αυτονομημένο από το καρτέλ της ολιγαρχίας.
Στόχος μας να αποκόψουμε τον ομφάλιο λώρο που συνδέει το πολιτικό σύστημα με το παρασιτικό παρακράτος των ιδιοκτητών μέσων μαζικής ενημέρωσης.
§ Θέλουμε τη μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.
Όχι όμως απολύοντας τις καθαρίστριες του υπουργείου οικονομικών και τους σχολικούς φύλακες.
Προτεραιότητα είναι ο απογαλακτισμός της δημόσιας διοίκησης από την κομματική εξάρτηση, το ρουσφέτι και την αναξιοκρατία.
Η κατάργηση του πελατειακού κράτους.
Εμείς μπορούμε να το κάνουμε. Γιατί δεν το σχεδιάσαμε δεν το στελεχώσαμε. Και, επιπλέον, λειτούργησε εναντίον μας.
Για αυτό και θα προσπαθήσουμε να διαμορφώσουμε μια νέα σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τον πολίτη.
§ θέλουμε τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος: Για ένα νέο φορολογικό σύστημα. Απλό, διαφανές, σταθερό και δίκαιο.
Για να βγάλουμε από τη μέγγενη της υπερφορολόγησης τα μεσαία στρώματα. Και να αυξήσουμε, παράλληλα, τη φορολογία των υψηλών εισοδημάτων και της μεγάλης περιουσίας.
· Θέλουμε μεταρρυθμίσεις στην αγορά.
Όχι, όμως, για να ανοίξουμε δήθεν τα κλειστά επαγγέλματα, αλλά για να ανοίξουμε τις αγορές από τα καρτέλ της διαπλοκής.
Με σύγχρονη αντιολιγοπωλιακή νομοθεσία και μια πραγματικά ανεξάρτητη, ακηδεμόνευτη, πλήρως λειτουργική και θεσμικά ενισχυμένη Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Και αυτές οι προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν στις σημερινές συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης.
Ούτε μπορούν να τις εφαρμόσουν οι δύο πολιτικές δυνάμεις που ευδοκίμησαν χρεοκοπώντας τη χώρα και το λαό μας. Μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ, με τη στήριξη και συμμετοχή του λαού και με μια πλατιά προοδευτική συμμαχία, σε ένα αναγκαίο ριζοσπαστικό πρόγραμμα, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την αναπτυξιακή και παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου, με βάση το εθνικό σχέδιο που έχουμε εκπονήσει.
Και μπορούμε να το κάνουμε μόνο εμείς, γιατί δεν είμαστε το απαξιωμένο χθες.
Δεν ανακυκλώνουμε ούτε τις πολιτικές, ούτε τις συμπεριφορές, ούτε το δημόσιο ήθος, ούτε και τα πρόσωπα της κρίσης και της καταστροφής.
Με την ελπίδα αυτό το βιβλίο να διαβαστεί κυρίως από αυτούς που διαφωνούν με το ΣΥΡΙΖΑ, θέλω να ευχηθώ στους συγγραφείς και τους εκδότες καλές πωλήσεις.
Και να σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.