του Γιώργου Σταθάκη*
Στις αρχές του 2015 θα λάβει χώρα μια ιστορική αλλαγή κυβέρνησης στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με μια σειρά άλλων οικονομικών και πολιτικών συγκυριών, κάνει το 2015 ένα έτος κρίσιμο για την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η ενοποίηση της Ευρώπης έχει τρεις βασικούς πυλώνες. Ο πρώτος είναι η νομισματική ένωση, η οποία ισχύει. Ο δεύτερος είναι η τραπεζική ενοποίηση, η οποία είναι σε εξέλιξη. Ο τρίτος πυλώνας είναι η δημοσιονομική ενοποίηση, η οποία αποτελεί και το μεγαλύτερο αγκάθι σήμερα στις σχέσεις μεταξύ κρατών αλλά και κοινωνικών δυνάμεων μέσα στην Ευρωπαϊκή Eνωση.
Τα δύο στρατόπεδα
Σήμερα στην Ευρώπη έχουν δημιουργηθεί δύο στρατόπεδα στη βάση μιας θεμελιώδους διαφωνίας για τη δημοσιονομική πολιτική. Το ένα στρατόπεδο υποστηρίζει ως μέθοδο εξόδου από την κρίση τη λιτότητα, τη συνεχή περικοπή των κοινωνικών δαπανών και των μισθών. Η πολιτική αυτή αυξάνει συνεχώς την κοινωνική ανισότητα. Τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ αποδεικνύουν ότι οι χώρες στις οποίες έχουν εφαρμοστεί σκληρές πολιτικές λιτότητας έχουν τους χειρότερους δείκτες κοινωνικής ανισότητας. Το άλλο στρατόπεδο, στο οποίο ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζει ως μέθοδο εξόδου από την κρίση τις δημοσιονομικές πολιτικές ενίσχυσης της ανάπτυξης. Παράλληλα οι πολιτικές αυτές διασφαλίζουν και το κοινωνικό κεκτημένο, δηλαδή την πρόσβαση των πολιτών στα βασικά κοινωνικά αγαθά της Υγείας και της Παιδείας χωρίς αποκλεισμούς.
Η έως τώρα πορεία της κρίσης δικαιώνει τις θέσεις του στρατοπέδου στο οποίο ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ. Ολοι βλέπουν ότι όσο συνεχίζονται οι σκληρές δημοσιονομικές πολιτικές λιτότητας η ύφεση παρατείνεται. Ακόμη και η φυσική τάση έναρξης ενός νέου κύκλου που παρουσιάζουν οικονομίες που έχουν φτάσει σε μεγάλο βάθος ύφεσης καταστέλλεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ελληνική οικονομία, η οποία ύστερα από πέντε χρόνια βαθιάς ύφεσης δεν μπορεί να ανακάμψει ικανοποιητικά με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Ταυτόχρονα ο αποπληθωρισμός απειλεί συνολικά τις οικονομίες των ευρωπαϊκών κρατών. Με αυτά τα δεδομένα η ΕΕ θα βρεθεί μέσα στο 2015 μπροστά σε δύο διλήμματα: το πρώτο είναι αν θα εφαρμοστεί σύντομα ποσοτική χαλάρωση από την ΕΚΤ ώστε να καταπολεμηθεί η αποπληθωριστική τάση και το δεύτερο είναι αν θα χαλαρώσει το «σύμφωνο σταθερότητας» ώστε να μπορέσουν τα κράτη να επιτελέσουν τον κοινωνικό τους ρόλο αλλά και να υποβοηθήσουν την ανάπτυξη με τις αναγκαίες επενδύσεις.
Συνολική διαπραγμάτευση
Τα δύο αυτά ζητήματα θα αποτελέσουν τον πυρήνα της συνολικής διαπραγμάτευσης που θα λάβει χώρα μεταξύ των δύο στρατοπέδων της Ευρώπης. Η εξέλιξη αυτών των δύο ζητημάτων αφορά και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, η οποία αποτελεί ένα μικρό μέρος του ευρωπαϊκού χώρου.
Η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει μέλος της ζώνης του ευρώ, η έξοδος από το ευρώ αποκλείεται, γιατί πέραν όλων των άλλων θα σήμαινε την περαιτέρω επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των χαμηλών και μεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας. Είναι δεδομένο ότι η Ελλάδα χρειάζεται ένα πρόγραμμα ανακούφισης του 35% των ανθρώπων που βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχειας. Το πρόγραμμα αυτό πέρα από την ανακούφιση των πληγέντων θα αναπτερώσει το ηθικό του ελληνικού λαού και θα επανέλθουν η ελπίδα και η αισιοδοξία που απαιτούνται για τη συνέχεια. Είναι επίσης δεδομένο ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται μια νέα σχέση της Ελλάδας με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, μια σχέση που θα απεγκλωβίζει τη χώρα από το Μνημόνιο. Για να επιτευχθεί αυτή η σχέση, είναι απαραίτητη μια διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας στην ΕΕ με πνεύμα συνεργασίας και με βάση την έννοια του κοινού συμφέροντος. Η διαπραγμάτευση θα έχει ως αποτέλεσμα να βρεθεί μια βιώσιμη λύση για την Ελλάδα. Η αίσια έκβαση της διαπραγμάτευσης θα αποτελεί ένα σήμα προς τη διεθνή κοινότητα ότι οι εταίροι της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι ικανοί να ξεπεράσουν την κρίση που μαστίζει την Ευρώπη και να βρουν μια λύση που θα είναι βιώσιμη και οικονομικά και κοινωνικά.
Η οικονομική βιωσιμότητα θα επιτευχθεί με την απομείωση του χρέους και τη συνακόλουθη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου που θα ενισχύσει την τάση ανάπτυξης την οποία έχει η βυθισμένη σήμερα ελληνική οικονομία και θα δημιουργήσει ένα περιβάλλον κοινωνικής δικαιοσύνης και άρα κοινωνικής συναίνεσης στη νέα αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Αυτό το περιβάλλον θα δημιουργήσει το θετικό κλίμα που απαιτείται ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να έχει εκ νέου πρόσβαση στις αγορές, από τις οποίες σήμερα είναι αποκλεισμένη λόγω των πολιτικών που ακολούθησε αλλά και του ερασιτεχνισμού που επέδειξε τους τελευταίους μήνες η κυβέρνηση.
Θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις
Για την κοινωνική βιωσιμότητα πέρα από την απομείωση του χρέους είναι απαραίτητη η θεμελιώδης μεταρρύθμιση του κράτους. Είμαστε επιτέλους μπροστά στην υλοποίηση των ιστορικών αιτημάτων της ελληνικής κοινωνίας σε αυτό το πεδίο. Οι βασικές μεταρρυθμίσεις που θα υλοποιηθούν είναι το σπάσιμο των δεσμών εξάρτησης του κράτους από τα ολιγοπώλια και η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος διαφάνειας στη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η μεγάλη αύξηση της κοινωνικής ανταποδοτικότητας όλων των κρατικών δραστηριοτήτων, η εμβάθυνση της δημοκρατίας με τομές στο εκλογικό σύστημα και άλλες θεσμικές παρεμβάσεις και η άτεγκτη πάταξη της διαφθοράς σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας διοίκησης.
Η απομείωση του χρέους και η συνακόλουθη πρόσβαση στις αγορές, σε συνδυασμό με τη βασική μεταρρύθμιση του κράτους, θα είναι τα θεμέλια μιας νέας πορείας της Ελλάδας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση με νέο προσανατολισμό και προοπτικές πολύ καλύτερες από τις σημερινές.
Ο κ. Γιώργος Σταθάκης είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ
ΠΗΓΗ: www.tovima.gr