Το πρωί καθώς έβγαινα από το τρένο άκουσα ένα γδούπο κι ένιωσα κάποιον να πέφτει πάνω στη πλάτη μου. Μηχανικά, πριν προλάβω να καταλάβω, άπλωσα το χέρι μου να βάλω αντίσταση στην πτώση και μόλις γύρισα να δω τι συμβαίνει είδα ένα καρότσι με ένα μωρό παρατημένο και κόσμο συγκεντρωμένο γύρω από μια γυναίκα ξαπλωμένη στο πάτωμα.
Πλησίασα και είδα μια νεαρή κοπέλα κατάχλωμη, εξαντλημένη, ταλαιπωρημένη, συνεσταλμένη να μην μπορεί να σηκωθεί. Σχεδόν λιποθύμησε και με τα βίας της έβγαινε φωνή. Μια κυρία έβρεχε το πρόσωπο της κοπέλας για να συνέλθει. Τη ρώτησαν αν είχε φάει, αν ήθελε να της αγοράσουν κάτι και αρνιόταν. Χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια να σηκωθεί παρέμενε στο πάτωμα με ένα ύφος απόγνωσης. Το βλέμμα της μαρτυρούσε ότι αυτή η κατάρρευση ήταν κάτι παραπάνω από έναν εξαντλημένο από τις κακουχίες οργανισμό.
Ο κόσμος άρχισε σιγά σιγά να διαλύεται αλλά μείναμε 5-6 άτομα να σιγουρευτούμε ότι είναι καλά. Μια γυναίκα της έβαλε χρήματα στο χέρι μήπως χρειαστεί κάτι και μια άλλη κυρία πήγε να της αγοράσει κάτι να φάει. Αφού σιγουρεύτηκα ότι θα έμεναν κάποιο άνθρωποι μαζί της έφυγα για να πάω στη δουλειά μου.
Προσωπικά όταν μιλάω για ανθρώπους δε συνηθίζω να αναφέρω την εθνικότητά τους εκτός αν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος. Και στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει. Οι 3 από τους 5 που έμειναν κοντά στην κοπέλα να τη φροντίσουν δεν ήταν Έλληνες. Ήταν άνθρωποι από άλλες χώρες, άνθρωποι του μεροκάματου που ζουν στη χώρα μας και δε διστάζουν να απλώσουν το χέρι να βοηθήσουν.
Θα ήθελα να έρθει η μέρα που δε θα μιλάμε για εθνικότητες αλλά για ανθρώπους. Που ο αλλοδαπός δε θα είναι κατ'ανάγκην παραβάτης ή εγκληματίας και ο Έλληνας ηθικός κι έντιμος. Όπως προχθές που είδα τον ελεγκτή στο λεωφορείο να ξαφνιάζεται όταν ένας μελαμψός άνδρας που έδειχνε να βιάζεται να κατέβει αποδείχτηκε ότι είχε κάρτα για τα ΜΜΜ.
Μέχρι τότε έχουμε χρέος να ανοίξουμε τα μάτια σε όλους αυτούς που έχουν τυφλωθεί από εθνικό φανατισμό. Άλλωστε, αν δεν ανατρέψουμε τα πράγματα γρήγορα, ούτε εμείς ξέρουμε σε ποια χώρα θα βρεθούμε αύριο.