Σελίδες

Πρωτοδικείο Αθηνών: νόμιμη η τοποθέτηση links προς τρίτα sites

Mε την απόφαση 5249/18.12.2014 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αξιολογήθηκε η νομιμότητα ενός directory site, το οποίο περιείχε κατάλογο με πληροφορίες για οπτικοακουστικά έργα και links προς τρίτες ιστοσελίδες στις οποίες αυτά ήταν αναρτημένα από τρίτους. Η πρώτη σχετική απόφαση (για παρόμοιας λειτουργίας ιστότοπο) ήταν η 965/2010 του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κιλκίς με την οποία κρίθηκε αθώος ο διαχειριστής ιστοσελίδας και η σχετική έφεση απορρίφθηκε από το Εφετείο Θεσσαλονίκης ως αόριστη. Η απόφαση του δικαστηρίου της Αθήνας δεν είναι ακόμη τελεσίδικη και έκρινε, μεταξύ άλλων, τα εξής: 
"[...] μέχρι πρόσφατα υπήρχε ιδιαίτερος προβληματισμός ειδικά σε σχέση με τη χρήση υπερκειμένου (hypertext) και υπερσυνδέσμων (ή απλώς συνδέσμων, ως αποδίδονται οι αγγλικοί όροι hyperlinks ή links). Ως υπερκείμενο ορίζεται ο τρόπος με τον οποίο είναι οργανωμένες οι πληροφορίες που βρίσκονται αναρτημένες σε μορφή κειμένου στον Παγκόσμιο Ιστό, το δε πρόθεμα “υπέρ” χρησιμοποιείται για να σηματοδοτήσει την υπέρβαση του γραμμικού τρόπου ανάγνωσης του κειμένου. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση των υπερσυνδέσμων, ήτοι λέξεων ή ολόκληρων φράσεων, που διακρίνονται από το υπόλοιπο κείμενο κατά την εμφάνιση της ιστοσελίδας μέσω του φυλλομετρητή (του ειδικού λογισμικού πλοήγησης στο διαδίκτυο, το οποίο εκτελεί τον κώδικα που περιέχει ιστοσελίδα και το καθοδηγεί στην του περιεχομένου) λ.χ. με τη χρήση διαφορετικού χρωματισμού (συνήθως μπλε) ή με υπογράμμιση. Ο υπερσύνδεσμος (link) αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο του Παγκόσμιου Ιστού, αφού περιέχει την εντολή να μεταφέρει τον χρήστη, αν αυτός επιλέξει με τη συσκευή κατάδειξης (συνήθως “ποντίκι”) σε άλλη ιστοσελίδα, είτε στον ίδιο ιστότοπο είτε σε άλλο, και επιτρέπει έτσι την εύκολη και γρήγορη πλοήγηση στο διαδίκτυο χωρίς την ανάγκη πληκτρολόγησης από το χρήστη της ηλεκτρονικής διεύθυνσης στην οποία παραπέμπει. Από τεχνικής απόψεως οι σύνδεσμοι μπορούν να διακριθούν σε διάφορες κατηγορίες: Ο επιφανειακός σύνδεσμος (surface link) μεταφέρει τον χρήστη στην αρχική σελίδα (home page) ενός άλλου ιστοτόπου. Ο βαθύς σύνδεσμος (deep link) μεταφέρει το χρήστη όχι στην αρχική αλλά σε μια εσωτερική βαθύτερη σελίδα ενός ιστοτόπου. Ο αυτόματος ή δυναμικός σύνδεσμος (automatic ή inline/embedded link) ενεργοποιείται αυτόματα κατά την εκτέλεση του κώδικα της ιστοσελίδας από το φυλλομετρητή, χωρίς την επέμβαση του χρήστη. Δημιουργεί δε σε αυτόν την εντύπωση ότι η πληροφορία που βλέπει αποτελεί περιεχόμενο της ιστοσελίδας που αντικρίζει, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για περιεχόμενο άλλης ιστοσελίδας (κατ' ουσίαν δεν παραπέμπει το χρήστη σε άλλη ιστοσελίδα, αλλά αντιθέτως αντιγράφει ή ενσωματώνει το περιεχόμενό της.) Χρησιμοποιείται, επίσης, η τεχνική της πλαισίωσης (framing), με την οποία διασπάται η ενότητα της οπτικής εντύπωσης και δημιουργείται στην ιστοσελίδα που βλέπει ο χρήστης ένα πλαίσιο, μέσα στο οποίο προβάλλεται το περιεχόμενο μιας άλλης ιστοσελίδας, της οποίας όμως η ηλεκτρονική διεύθυνση δεν εμφανίζεται στον φυλλομετρητή (από τη θεωρία η τεχνική αυτή ονομάστηκε και σύνδεσμος “πλαίσιο”, βλ. αντί άλλων το σημείωμα Ντ.Καλαβρουζιώτη στις ΤρΠλΚιλκ 965/2010 και ΜονΠρωτΑθ 4042/2010, ΔιΜΕΕ 2011. 196,197). Στην περίπτωση που το περιεχόμενο ιστοσελίδας στην οποία παραπέμπει ο σύνδεσμος είναι αντικείμενο δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, τίθεται υπό αμφισβήτηση η νομιμότητα της παραπομπής, αν αυτή γίνεται χωρίς άδεια. Το θέμα αυτό απασχόλησε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από προδικαστικές παραπομπές τις οποίες πραγματοποίησαν τα Σουηδικά και Γερμανικά Δικαστήρια. Συγκεκριμένα, μετά από αίτηση προδικαστικής απόφασης δυνάμει του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ, που υπέβαλε το Svea hovratt (Σουηδία) με απόφαση της 18ης Σεπτεμβρίου 2012, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 18 Οκτωβρίου 2012, το Δικαστήριο εξέδωσε την από 13-2-2014 απόφασή του, με αριθμό υπόθεσης C-466/12 (αναφέρεται ως υπόθεση Svensson, εκ του ονόματος ενός των διαδίκων). Στην υπόθεση αυτή τέσσερις δημοσιογράφοι είχαν ασκήσει αγωγή κατά εταιρείας που εκμεταλλευόταν ιστότοπο, ο οποίος παρείχε στους πελάτες του, ανάλογα με τις ανάγκες τους, καταλόγους διαδικτυακών συνδέσμων δυνάμενων να ενεργοποιηθούν με επιλογή που οδηγούν σε άρθρα δημοσιευμένα σε άλλους ιστότοπους (με ελεύθερη πρόσβαση). Απαντώντας δε στα επί μέρους ερωτήματα, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι το άρθρο 3 παρ. 1 της οδηγίας 2001/29/ΕΚ έχει την έννοια ότι “δεν συνιστά πράξη παρουσίασης στο κοινό, κατά τη διάταξη αυτή, η παροχή σε ιστότοπο δυνάμενων να ενεργοποιηθούν με επιλογή συνδέσμων προς έργα που διατίθενται ελεύθερα σε άλλον ιστότοπο”. Και τούτο διότι αν δεν ελήφθησαν στην αρχική ανάρτηση μέτρα για να περιοριστεί η πρόσβαση του κοινού στους συνδρομητές του και μόνο, κοινό της ανάρτησης ήταν όλοι οι χρήστες του διαδικτύου (βλ. τις σκέψεις 27 ως 31 της απόφασης). Περαιτέρω, με τις σκέψεις ότι σκοπός της οδηγίας είναι μεταξύ άλλων, η αντιμετώπιση της νομοθετικής ανομοιογένειας και της ανασφάλειας δικαίου που χαρακτηρίζουν την προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού, και ότι ο σκοπός αυτός θα διακυβευόταν αναπόφευκτα αν η έννοια της παρουσίασης στο κοινό μπορούσε να νοηθεί από διάφορα κράτη μέλη ως περιλαμβάνουσα περισσότερες ενέργειες από αυτές που διαλαμβάνονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι το άρθρο αυτό “έχει την έννοια ότι είναι αντίθετο προς τη δυνατότητα κράτους μέλους να θεσπίζει ευρύτερη προστασία των κατόχων του δικαιώματος του δημιουργού, προβλέποντας ότι η έννοια της παρουσίασης στο κοινό περιλαμβάνει περισσότερες ενέργειες από αυτές που διαλαμβάνονται στην διάταξη αυτή” (βλ. Την απόφαση αυτή, που δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην έντυπη συλλογή νομολογίας του Δικαστηρίου σε ηλεκτρονική μορφή στην ιστοσελίδα αυτού, στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?num=C-466/12). Εξ αυτών συνάγεται ότι στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον η πρόσβαση σε κάποιο έργο που έχει αναρτηθεί σε ιστοσελίδα στο διαδίκτυο έχει αφεθεί ελεύθερη από το δικαιούχο των πνευματικών δικαιωμάτων, είναι ελεύθερη και η δημιουργία υπερσυνδέσμων προς αυτή σε άλλες ιστοσελίδες. Δημιουργείται ωστόσο περαιτέρω προβληματισμός για το αν αυτό ισχύει ανεξαρτήτως του είδους του συνδέσμου. Το Γερμανικό Ακυρωτικό Δικαστήριο (Bundesgerichtshof) είχε ήδη προς της ως άνω απόφασης υποβάλει το από 25-6-2013 αίτημα προδικαστικής απόφασης. Στην υπόθεση αυτή, η εταιρεία BestWater International είχε ενάγει ανταγωνιστές της για το λόγο ότι προσέθεσαν σε ιστοσελίδα τους με τη μέθοδο της πλαισίωσης (fraiming) διαφημιστικό φιλμ της ιδίας. Σημειωτέον δεν ότι το εν λόγω πλαίσιο δεν παρέπεμπε στην ιστοσελίδα της ενάγουσας εταιρείας, δικαιούχου των πνευματικών δικαιωμάτων, αλλά στο διαδικτυακό τόπο της διαδικτυακής υπηρεσίας “youtube”, όπου το φιλμ είχε αναρτηθεί από τρίτο πρόσωπο – συνδρομητή της υπηρεσίας, χωρίς την άδεια της δικαιούχου. Το Δικαστήριο, σε απάντηση, δεν εξέδωσε απόφαση αλλά διάταξη κατά το άρθρο 99 του Κανονισμού Διαδικασίας, με αρ. υπόθεσης C-348/13, με την οποία παρέπεμψε στην προαναφερθείσα απόφασή του στην υπόθεση Svensson και απεφάνθη ότι δεν υπάρχει αναμετάδοση κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ “εκ μόνου του γεγονότος της ενσωμάτωσης ενός προστατευόμενου έργου, ανηρτημένου σε ιστοσελίδα με ελεύθερη πρόσβαση, σε έτερη ιστοσελίδα με υπερσύνδεσμο που λειτουργεί με την τεχνική μέθοδο της πλαισίωσης (fraiming), όπως συμβαίνει στη συγκεκριμένη υπό κρίση περίπτωση ... στο μέτρο που το εν λόγω έργο ούτε σε νέο κοινό μεταδίδεται ούτε αναπαράγεται με ειδική τεχνική διαδικασία, που να διακρίνεται από εκείνη της αρχικής αναπαραγωγής” (βλ. τη διάταξη αυτή, που δεν έχει δημοσιευθεί εντύπως, στην Τ.Ν.Π. Eur-Lex στη διεύθυνση http://curia.europa.eu/juris/celex.jsf?celex=62013CO0348&lang1=en&type=TXT?ancre=). Αφού δε αυτά ισχύουν στην περίπτωση και του ενσωματωμένου περιεχομένου, πρέπει να γίνει δεκτό a fortiori ότι δεν μπορεί να γίνει διάκριση ούτε στην περίπτωση των “βαθέων συνδέσμων”, που παραπέμπουν, ως προαναφέρθηκε, απευθείας στη βαθύτερη ιστοσελίδα, εάν και εφόσον, βέβαια, δεν πρόκειται για μέθοδο παράκαμψης μέτρων ελέγχου της πρόσβασης στο περιεχόμενο που ενσωματώνονται στον κώδικα της αρχικής σελίδας. Αφού, λοιπόν, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αναμετάδοση η παραπομπή με υπερσύνδεσμο σε περιεχόμενο που κατέστη ελεύθερα διαθέσιμο στο διαδίκτυο, έστω και χωρίς την άδεια του δικαιούχου πνευματικών δικαιωμάτων, δεν υπάρχει και προσβολή, στην περίπτωση αυτή, των εν λόγω δικαιωμάτων. Τέτοια παραβίαση μπορεί να γίνει μόνο από το πρόσωπο που αναρτά το έργο στο διαδίκτυο και το καθιστά για πρώτη φορά ελεύθερα προσβάσιμο. Ανοιχτό μένει, βεβαίως, το ερώτημα της ενδεχόμενης προσβολής των πνευματικών δικαιωμάτων με άλλο τρόπο, λ.χ. με προσβολή του ηθικού δικαιώματος του δημιουργού να αναγνωρίζεται ως τέτοιος ή να αξιώνει την προστασία της ακεραιότητας του έργου, με την ενδεχόμενη συμμετοχή του παρέχοντος του συνδέσμου στην πράξη του του τρίτου προσώπου πραγματοποιεί την αναμετάδοση, ή της προσβολής άλλου εννόμου αγαθού, όπως λ.χ. του ανταγωνισμού, ενώ δεν αποκλείεται η ύπαρξη αστικών αξιώσεων όπως και αυτής από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό του κερδοσκοπούντος με τη χρήση των υπερσυνδέσμων σε βάρος του δημιουργού ή δικαιούχου."

Ειδικά για τον επίμαχο ιστότοπο, το Δικαστήριο έκρινε τα εξής:

" [...] Ο συγκεκριμένος διαδικτυακός τόπος του ενάγοντος αποτελεί ένα ψηφιακό ευρετήριο ταξινομημένων πληροφοριών για τηλεοπτικά και κινηματογραφικά έργα. Σε ορισμένα λήμματα του ως άνω ευρετηρίου, περιλαμβάνεται και ένας σύνδεσμος υπερκειμένου (hyperlink), ο οποίος περιέχει την εντολή να μεταφέρει τον χρήστη, αν αυτός επιλέξει με τη συσκευή κατάδειξης (λ.χ. “ποντίκι”) αυτοματοποιημένα σε άλλον διαδικτυακό τόπο, από τον οποίο υπάρχει η δυνατότητα θέασης του αντίστοιχου οπτικοακουστικού έργου. Πρόκειται δηλαδή για την περίπτωση των βαθέων συνδέσμων, οι οποίοι μεταφέρουν το χρήστη όχι στην αρχική σελίδα ενός ιστοτόπου, που μπορεί να περιέχει λ.χ. δικό της ευρετήριο με συνδέσμους προς το ειδικότερο περιεχόμενό της, αλλά απ' ευθείας στην εσωτερική σελίδα στην οποία είναι άμεσα θεάσιμο από το χρήστη το εν λόγω οπτικοακουστικό έργο. Αυτό το αποδέχθηκε στην κατάθεσή του και ο ίδιος ο μάρτυρας των εναγομένων στο ακροατήριο, ο οποίος περιέγραψε την ως άνω λειτουργία του ιστότοπου εκθέτοντας τα ίδια ως άνω περιστατικά. Περί του αντιθέτου είχαν καταθέσει την 19-2-2010 ενώπιον προανακριτικών αρχών κατόπιν υποβληθείσας μήνυσης (βλ. κατωτέρω) ο δεύτερος και ο τρίτος εναγόμενος. Αυτοί ανέφεραν, συγκεκριμένα, για το θέμα αυτό, στις δύο ένορκες καταθέσεις τους ότι “οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα ακρόασης/θέασης (streaming) χωρίς την καταβολή ανταλλάγματος. Τα έργα αυτά είναι uploaded (αποθηκευμένα) στους κεντρικούς διακομιστές (servers) του ***.gr και άλλων”. Πλην, όμως, οι καταθέσεις αυτές είναι συνοπτικές και ασαφείς, ενώ οι ίδιοι οι εναγόμενοι με τις προτάσεις τους ομολογούν ότι η ιστοσελίδα αποτελεί κατάλογο υπερσυνδέσμων, και απλώς επιμένουν, εσφαλμένα σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην μείζονα πρόταση, ότι η δραστηριότητα αυτή θα έπρεπε να χαρακτηριστεί νομικά ως παράνομη εφόσον γίνεται χωρίς άδεια. Η αναφορά δε σε αποθήκευση των έργων σε διακομιστές της ίδιας της ιστοσελίδας και όχι τρίτων πρέπει να αποδοθεί σε έλλειψη πληροφόρησης, αφού οι ίδιοι σήμερα ως διάδικοι δεν επιμένουν στο ζήτημα αυτό [...] Αποδείχθηκε, δηλαδή, ότι ο ενάγων δεν διατηρεί σήμερα ούτε διατηρούσε στο παρελθόν τα οπτικοακουστικά έργα αποθηκευμένα σε ψηφιακή μορφή σε δικούς του υπολογιστές από τους οποίους πραγματοποιείται μετάδοση προς τους υπολογιστές των χρηστών, είτε με την παροχή δυνατότητας “κατεβάσματος” (download) του έργου ώστε να δημιουργηθεί ψηφιακό αντίγραφο στον υπολογιστή του χρήστη, είτε με τη δημιουργία “ροής” (streaming) κατ' αίτηση του χρήστη ή διαρκώς σε πραγματικό χρόνο. Αντιθέτως, αποδείχθηκε ότι οι ως άνω σύνδεσμοι οδηγούν όλοι σε ιστότοπους στους οποίους τρίτα πρόσωπα είχαν αναρτήσει τα εν λόγω οπτικοακουστικά έργα. [...]  Τα έργα αυτά δε, ήταν αποθηκευμένα στους υπολογιστές που φιλοξενούσαν τις ιστοσελίδες αυτές (οι λεγόμενοι “εξυπηρετητές” ή “server”), και από εκεί γινόταν διαθέσιμα στους χρήστες με τη μέθοδο της ροής. Δεν προέκυψε δεν από κανένα στοιχείο της δικογραφίας ότι οι ιστοσελίδες αυτές που ανήκαν σε τρίτα πρόσωπα, είχαν κατά το χρόνο αυτό ή έχουν λάβει σήμερα οποιοδήποτε μέτρο για να ελέγχουν την πρόσβαση του κοινού στα οπτικοακουστικά έργα, όπως πρόσβαση με ειδικό λογαριασμό χρήστη και κωδικό, επ' αμοιβή (paywall) ή έστω δωρεάν με απλή εγγραφή. Ως εκ τούτου όλα τα έργα που βρισκόταν σε αυτές τις ιστοσελίδες ήταν ελεύθερα προσβάσιμα από όλους τους χρήστες του διαδικτύου, οι οποίοι αποτελούσαν το κοινό στο οποίο τα έργα απευθύνονται. Συνεπώς, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα πρόταση της παρούσας απόφασης, ο ενάγων δεν παρουσίαζε τα έργα αυτά σε νέο κοινό και συνεπώς δεν πραγματοποιούσε μετάδοση ή αναμετάδοση των οπτικοακουστικών αυτών έργων κατά την έννοια του ν.2121/1993 και της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ. Την μετάδοση και αναμετάδοση των έργων πραγματοποιούν, ως ανεφέρθη, μόνο οι κάτοχοι και διαχειριστές των ιστοσελίδων στις οποίες παραπέμπουν οι σύνδεσμοι. Βεβαίως, αποδείχθηκε ότι σε χρόνο προγενέστερο της άσκησης της αγωγής ορισμένοι από τους συνδέσμου της ιστοσελίδας ***.gr παρέπεμπαν σε ιστοσελίδες των οποίων οι κάτοχοι και διαχειριστές δεν είχαν την απαιτούμενη άδεια μετάδοσης και αναμετάδοσης έργων. Τούτο δε το κατέθεσε και ο ίδιος ο μάρτυρας του ενάγοντος, όταν ερωτήθηκε σχετικά. Πλην όμως, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, αυτό είναι αδιάφορο αφού ο ενάγων τοποθέτησε απλώς υπερσυνδέσμους προς τα έργα αυτά, που ήταν διαθέσιμα στους χρήστες. Διαφορετικό συμπέρασμα θα μπορούσε να εξαχθεί μόνο αν ετίθετο θέμα συμμετοχής του ενάγοντος στην πραγματοποίηση της παράνομης μετάδοσης με άλλο τρόπο, οπως θα συνέβαινε λ.χ. αν ο ενάγων είχε έρθει σε κάποια συνεννόηση με τους διαχειριστές των ιστοσελίδων αυτών για τη διανομή εσόδων από αναρτημένες διαφημίσεις. Τούτο, όμως, δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο της δικογραφίας, ούτε και προβάλλεται τέτοιος ισχυρισμός. Κατά συνέπεια ο ενάγων δεν παραβίασε το νόμο και δεν χρειάζεται την άδεια των δικαιούχων των δικαιωμάτων των έργων ή της εναγομένης εταιρείας ως οργανισμού συλλογικής διαχείρισης των δικαιωμάτων αυτών για να τοποθετηθεί σύνδεσμος που παραπέμπουν σε αναρτημένα στο διαδίκτυο έργα όπως πράττει." 
Στην υπόθεση αυτή ήμουν δικηγόρος του διαχειριστή του ιστοτόπου.