του Γιώργου Σταθάκη
Η επιδείνωση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας που αποκαλύπτει η εκτίναξη των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων και των spread οφείλεται σε δύο πηγές, μια ευρωπαϊκή και μια εγχώρια.
Η ευρωπαϊκή κρίση εμφιλοχωρεί εδώ και καιρό. Εκδηλώνεται μέσα από την υποτίμηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου. Από μόνη της είναι αποτέλεσμα της αναιμικής ανάπτυξης στις χώρες της Ευρωζώνης, που οδηγεί σε κίνηση κεφαλαίων από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ. Ωστόσο, επιδεινώνεται από τις προβλέψεις των περισσότερων διεθνών φορέων για ύφεση σε Ιταλία, Γαλλία και Γερμανία.
Τα μέτρα Ντράγκι, δηλαδή η αγορά τιτλοποιημένων δανείων από τράπεζες που δεν έχουν υψηλή πιστοληπτική δυνατότητα ώστε να θεραπευθεί το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν, τείνουν να βρουν τα όρια της αξίας και της αποτελεσματικότητάς τους. Και μέσα από αυτά αποκαλύπτονται και τα όρια μιας πολιτικής που προσπαθεί να αντιμετωπίσει μια δομική κρίση αποκλειστικά και μόνο με μέτρα νομισματικής πολιτικής εντός της Ευρωζώνης.
Στο παραπάνω πλαίσιο, και σοβούσης της κρίσης, στην Ευρώπη διαμορφώνονται δύο στρατόπεδα. Από τη μια οι χώρες και οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που επιδιώκουν τη συνέχιση της λιτότητας με αιχμή του δόρατος στη δεδομένη συγκυρία την ευθυγράμμιση Γαλλίας και Ιταλίας με τις επιταγές της γερμανικής ηγεσίας. Από την άλλη βρίσκονται εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προσβλέπουν προς την κατεύθυνση της νομισματικής επέκτασης, της δημοσιονομικής χαλάρωσης και μιας περισσότερο αναπτυξιακής ευρωπαϊκής ατζέντας.
Η εστίαση στην παρούσα φάση σε αυτό το στρατόπεδο είναι η δημιουργία ενός ισχυρού χρηματοδοτικού πακέτου σε αναπτυξιακή κατεύθυνση, μια εκδοχή του οποίου είναι οι προτάσεις του Ζ.Κλ. Γιούνκερ για επενδυτικό πρόγραμμα 300 δισ. ευρώ.
Η Ελλάδα επηρεάζεται από αυτή την καθολική κρίση της ζώνης του ευρώ και ως αδύναμος κρίκος, άλλη μια φορά, δέχεται με μεγαλύτερη ένταση τις συνέπειές της. Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτά οφείλονται και σε αμιγώς εσωτερικούς παράγοντες.
Η χώρα παραμένει παγιδευμένη στον φαύλο κύκλο της διπλής παγίδας δημόσιου και ιδιωτικού χρέους. Μετά από 4 χρόνια πολιτικών λιτότητας και άγριας εσωτερικής υποτίμησης τα προβλήματα που υποτίθεται ότι το ελληνικό πρόγραμμα θα αντιμετώπιζε είναι τόσο έντονα όσο ποτέ. Σήμερα, πλέον, ο κύκλος των μνημονιακών πολιτικών έχει κλείσει και οι απαντήσεις που υποτίθεται ότι έδιναν στα ερωτήματα που έθετε «το ελληνικό πρόβλημα» έχουν καταρρεύσει.
Ακόμα και οι, μέχρι χθες, πιο ένθερμοι υπερασπιστές των Μνημονίων ψάχνουν να βρουν τρόπους να αποστασιοποιηθούν από αυτά και αμφιβάλλουν για τα αποτελέσματά τους.
Το δράμα που εξελίχθηκε τις τελευταίες ημέρες αποτέλεσε την τρίτη κατά σειρά απόπειρα της κυβέρνησης να σχεδιάσει έναν οδικό χάρτη αλλαγής σελίδας για την ελληνική οικονομία. Το πλάνο της περιλάμβανε επιστροφή στις αγορές από 1.1.2015, αντικατάσταση της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα από τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς στήριξης και έξοδο από το σύστημα των Μνημονίων.
Απέτυχε, όπως και σε όλες τις προηγούμενες προσπάθειες, καθώς χαρακτηριζόταν αποκλειστικά από επικοινωνιακές μέριμνες εσωτερικής κατανάλωσης. Μια ερασιτεχνική κυβέρνηση σε μια πρόχειρη απόπειρα αυτοδιάσωσης. Με συγκρούσεις με τους δανειστές που διαρκούσαν όσο οι τηλεοπτικές κάμερες ήταν ανοικτές. Αποδείχθηκε, έτσι, ότι χωρίς σχέδιο επίλυσης του δημοσιονομικού προβλήματος μέσα από την ουσιαστική απομείωση του δημοσίου χρέους είναι αδύνατη η επιστροφή στις αγορές και χωρίς εγκατάλειψη των μνημονιακών πολιτικών δεν υπάρχει επιστροφή σε βιώσιμη ανάπτυξη.
Η πολιτική αστάθεια στη χώρα μας καλλιεργείται από την αδυναμία της κυβέρνησης να δώσει λύση στο οικονομικό και κοινωνικό τέλμα. Η προκήρυξη εκλογών, προκειμένου να σχηματιστεί ισχυρή κυβέρνηση με πρόγραμμα και προοπτική, αποτελεί μοναδική επιλογή.