Για άλλη μια φορά μια μεγάλη γερμανική εταιρεία πιάνεται στα δίχτυα των αμερικανικών αρχών για "παράνομες επιχειρηματικές δραστηριότητες", προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση τόσο των καταναλωτών όσο και οργανώσεων, πολιτικών κομμάτων και κυβερνήσεων, σε Ευρώπη και ΗΠΑ.
Αυτήν τη φορά δεν έχουμε να κάνουμε με δωροδοκίες κυβερνητικών αξιωματούχων, στημένους διαγωνισμούς ιατρικών μηχανημάτων ή τη σύμπραξη καρτέλ στην αγορά συναλλάγματος, όπως μας είχαν συνηθίσει εταιρείες όπως η Siemens, η Ferrostal ή η Deutsche Bank. Αυτή τη φορά η εταιρεία Volkswagen, για να εισέλθει στην αμερικανική αγορά αυτοκινήτου με τους νέους diesel κινητήρες, προτίμησε να "κλέψει" στις μετρήσεις εκπομπών ρύπων, παρουσιάζοντας τα μοντέλα της ως περιβαλλοντικά ασφαλή.
Πιο συγκεκριμένα, την Παρασκευή 18.09, η Αμερικανική Υπηρεσία Περιβάλλοντος (ΕΡΑ) ανακοίνωσε ότι η Volkswagen είχε εγκαταστήσει παράνομο λογισμικό, με στόχο να "ξεγελάει" τις θεσμοθετημένες μετρήσεις εκπομπής ρύπων. Το συγκεκριμένο λογισμικό αναγνωρίζει πότε ένας κινητήρας "τεστάρεται" και αυτομάτως μειώνει τις εμφανιζόμενες εκπομπές ρύπων κάτω από τα επιτρεπτά όρια. Σύμφωνα με την αμερικανική υπηρεσία, οι πραγματικές μετρήσεις εκπομπών ρύπων των κινητήρων diesel της VW ξεπερνούσαν μέχρι και 40 φορές τα όρια που έχουν θεσπιστεί.
Η πρώτη αντίδραση των αμερικανικών αρχών ήταν η ανάκληση σχεδόν 500.000 αυτοκινήτων της VW για επανέλεγχο, ενώ σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς οι ποινές από τις αμερικανικές αρχές μπορεί να φτάσουν μέχρι και τα 18 δισ. δολάρια. Οι αντιδράσεις, όμως, ρυθμιστικών και κυβερνητικών αρχών σε όλο τον κόσμο δεν σταματούν εκεί, αφού πολλοί κάνουν λόγο για ένα μπαράζ ανακλήσεων σε Ευρώπη και Ασία, που μπορεί να ξεπεράσει τα 11 εκατ. αυτοκίνητα.
Το νέο αυτό σκάνδαλο με την εταιρεία VW δεν περιορίζεται στην "ιδιαίτερη επιχειρηματική ηθική" που επιδεικνύουν οι γερμανικές εταιρείες όταν θέλουν να ανταγωνιστούν και να κυριαρχήσουν σε ξένες αγορές. Η ύπαρξη αυτού του παράνομου λογισμού θέτει υπό αμφισβήτηση ολόκληρο το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο ελέγχου εκπομπών ρύπων και γεννά σημαντικά ερωτηματικά για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Γι' αυτόν τον λόγο κατέθεσα γραπτή ερώτηση προς την Κομισιόν, ζητώντας της να ξεκινήσει άμεσα έρευνα για να εξετάσει κατά πόσο άλλες εταιρείες στην Ε.Ε. χρησιμοποιούν αντίστοιχες πρακτικές για να παρακάμπτουν τα όρια εκπομπών ρύπων, ενώ η Ευρωομάδα της Αριστεράς (GUE/NGL), με προφορική της ερώτηση ζητάει να συζητηθεί εκτάκτως το θέμα στην επόμενη ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο σκάνδαλο VW, τόσο από τα πολιτικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και από τη νέα ελληνική κυβέρνηση, είναι διπλή:
* Από τη μια, οφείλουμε να πάρουμε τις απαραίτητες πρωτοβουλίες για την υιοθέτηση αυστηρών κανόνων αναφορικά με την "επιχειρηματική ηθική" και τις παράνομες δραστηριότητες πολυεθνικών εταιρειών, ορίζοντας, επιτέλους, αυστηρές ποινές και τον πλήρη και πολυετή αποκλεισμό τέτοιων εταιρειών από δημόσιους, ευρωπαϊκούς και εθνικούς, διαγωνισμούς.
* Από την άλλη, επιτάσσεται ο επανασχεδιασμός του ευρωπαϊκού, κατακερματισμένου, θεσμικού πλαισίου για την προστασία του περιβάλλοντος, τον έλεγχο των εκπομπών ρύπων και την περιβαλλοντική πιστοποίηση των αυτοκινήτων, ώστε να μπει ένα οριστικό τέλος στην ασυδοσία επιχειρήσεων και "αρμόδιων εθνικών αρχών", οι οποίες φαίνεται να επιδεικνύουν ιδιαίτερη ευαισθησία στους "εθνικούς επιχειρηματικούς πρωταθλητές".
Το σκάνδαλο της VW αποτελεί, τέλος, μια σημαντική ευκαιρία για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, εκτός από την περιβαλλοντική ευαισθησία, διαθέτει και την ισχυρή πολιτική βούληση να καταθέσει τις προτάσεις της για ένα ισχυρό και αυστηρό ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο προστασίας του περιβάλλοντος και περιορισμού εκπομπών ρύπων, χτίζοντας τις κατάλληλες συμμαχίες με την κοινωνία των πολιτών, τα κινήματα καταναλωτών, τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και όσες πολιτικές ομάδες στην Ευρώπη είναι διατεθειμένες να συγκρουστούν με τα ισχυρά βιομηχανικά συμφέροντα.