Σελίδες

Το μέλλον των τραπεζών, το μέλλον της χώρας

του Νίκου Ξυδάκη

Τα αποτελέσματα των δοκιμασιών (stress tests) των ευρωπαϊκών συστημικών τραπεζών, που διεξήγαγαν οι ΕΒΑ και ΕCB, παρουσιάζονται σαν μισογεμάτο ή μισοάδειο ποτήρι. Λόγου χάριν, διεθνή Μέσα και αναλυτές κάνουν λόγο για έντεχνο μακιγιάζ της πραγματικής κατάστασης των ευρωπαϊκών τραπεζών. Στην περίπτωση των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών που εξετάστηκαν, η συμβατική ανάγνωση των ξένων Μέσων είναι ότι τρεις τράπεζες δεν πέρασαν το στατικό σενάριο και ότι θα απαιτηθούν συνολικά περίπου 8,7 δισ. ευρώ πρόσθετα κεφάλαια, ενώ μία τράπεζα, η Eurobank, απέτυχε και στο δυναμικό σενάριο και μετά τη σχεδιαζόμενη κεφαλαιακή ενίσχυση.



Απεναντίας, η Τράπεζα της Ελλάδος ανακοίνωσε: Με βάση την υπόθεση στατικού ισολογισμού, η Εθνική και η Eurobank παρουσιάζουν υστέρηση κεφαλαίων, λαμβάνοντας υπόψη τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που πραγματοποίησαν το 2014. Ωστόσο, όπως αναφέρει η Συγκεντρωτική Εκθεση της Συνολικής Αξιολόγησης, βάσει του δυναμικού ισολογισμού, μία τράπεζα (Εθνική) δεν παρουσιάζει υστέρηση κεφαλαίων και ακόμη μία (Eurobank) στην ουσία δεν παρουσιάζει κεφαλαιακή υστέρηση. Σημειώνεται ότι από 3ης Νοεμβρίου οι τέσσερις συστημικές τράπεζες περνούν στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ.

Τι συμβαίνει στην πραγματικότητα; Οι συστημικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί με περίπου 27,5 δισ. ευρώ απευθείας από το ελληνικό Δημόσιο, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. (Από το 2009, το τραπεζικό σύστημα έχει ενισχυθεί από το Δημόσιο με ροές 46,7 δισ. και εγγυήσεις 158 δισ. ευρώ.) Εν τω μεταξύ, με την είσοδο ιδιωτών επενδυτών στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, η συμμετοχή του ΤΧΣ στις τράπεζες μειώνεται διαρκώς ως μετοχικό ποσοστό, εφόσον αυτό δεν λαμβάνει μέρος στις αυξήσεις. Αλλά μειώνεται και ως αξία: στο τελευταίο κλείσιμο του Χρηματιστηρίου, η αξία ήταν 18,5 δισ., ενώ πριν από επτά μήνες ήταν 25 δισ.

Το μίνι κραχ της προπερασμένης εβδομάδος απομείωσε το ελληνικό Χρηματιστήριο κατά περίπου 8 δισ., απώλεια η οποία εν τω μεταξύ ανακτάται βαθμιαία. Η μίνι θύελλα εντάθηκε εν μέρει όταν σημειώθηκαν μαζικές πωλήσεις τραπεζικών μετοχών και warrants, σε τιμές που θεωρούνται φουσκωμένες, σε σχέση με την εικόνα που έχουμε τώρα για τις τράπεζες. Οι πωλήσεις πυροδότησαν πανικό, με περαιτέρω πωλήσεις σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Είναι πιθανόν αυτοί που ξεφόρτωσαν τραπεζικούς τίτλους να υπέθεταν βάσιμα ότι μετά τα stress tests θα απαιτείτο περαιτέρω κεφαλαιακή ενίσχυση, η οποία θα εξανέμιζε τις θέσεις των υπαρχόντων μετόχων.

Σε κάθε περίπτωση, στις αναμενόμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου θα αρχίσει να διαφαίνεται και το ποιος ελέγχει τις τράπεζες. Αγνωστο παραμένει τι θα πράξει το ΤΧΣ με τις μετοχές που κατέχει. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Τράπεζα της Ελλάδος, εποπτεύουσα του ΤΧΣ, σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τις προειρηθείσες αξίες από τραπεζικές μετοχές, μαζί με το υπόλοιπο των 11,4 δισ. (το «μαξιλάρι»), σαν μαγιά για την πιστωτική γραμμή στη μεταμνημονιακή εποχή. Σε περίπτωση που αρνηθούν η ΕΚΤ και ο ESM τέτοια χρήση του «μαξιλαριού», όπως ήδη έχουν διαμηνύσει, τότε ίσως πωληθούν οι μετοχές του ΤΧΣ σε ιδιώτες, για να καταγράψει έσοδα το Δημόσιο.

Ερωτήματα: Πρώτον, θα καταφέρει το ΤΧΣ να πάρει πίσω, και σε ποιο χρόνο, τα κεφάλαια που έβαλε στις τράπεζες για τη διάσωσή τους; Δεύτερον, ποιοι θα ελέγχουν τις τράπεζες και με ποιο τίμημα θα τις έχουν αποκτήσει; Τρίτον, ίσως το σημαντικότερο: Πότε και πώς οι διασωθείσες με κρατικό χρήμα τράπεζες θα γίνουν μοχλοί ανάπτυξης, προσφέροντας ρευστότητα στην πραγματική οικονομία;