Σελίδες

Αξιοποίηση του Ελληνικού (μια ιστορία απαξίας…)

του Άκη Ματούλα/ toportal.gr

«Η αξία της γης στην Ελλάδα υπολογίζεται μόνο στην οικοδομική της αξία…»

Σπάνια στρέφω το βλέμμα όταν περνάω την Παραλιακή στο ύψος του Ελληνικού. Η παρακμή και η εγκατάλειψη κάνει ακόμη πιο θλιβερές τις εικόνες που βλέπεις γύρω σου. Στα άδεια, παραμελημένα κτήρια βρίσκεται το  παρελθόν αυτής της πόλης και των ανθρώπων της, Ένα παρελθόν λιγότερο «ευρωπαϊκό» ίσως, αλλά σίγουρα πιο ηλιόλουστο, πιο ζεστό και  σε πιο ανθρώπινα μεγέθη…


Δεκατρία χρόνια πριν στις 28 του Μάρτη ήταν η τελευταία μέρα που το Ελληνικό λειτούργησε σαν αεροδρόμιο, από την επομένη σχεδόν απέκτησε μια νέα ιδιότητα και σκοπό…. Έγινε… «φιλέτο» ένα ζουμερό (με το αιματάκι του) φιλέτο…

Πρώτη, που πήρε γεύση από το “τρυφερό φιλέτο” του Ελληνικού, ήταν η Οργανωτική επιτροπή των Ολυμπιακών αγώνων του 2004. Γήπεδα, ολυμπιακές εγκαταστάσεις, κόσμος, φώτα, εγκαίνια και μετάλλια. Η κατάληξη μετά από σχέδια, μακέτες, επενδυτές, διάσημους αρχιτέκτονες, υπουργούς, ειδικούς συμβούλους ακαδημαϊκούς, κινήσεις πολιτών, δημάρχους, Πρωθυπουργούς κλπ, ήταν η προχθεσινή ανακοίνωση του ΤΑΙΠΕΔ πως η κυριότητα των μετοχών του Ελληνικού ΑΕ περνά στην Lamda Developments, την εταιρεία διαχείρισης ακινήτων του ομίλου Λάτση.

Η «αξιοποίηση» της έκτασης του Ελληνικού είναι όμως, μια ιστορία αξιοποίησης, ή μήπως το ακριβώς αντίθετο;
Στην πραγματικότητα ό,τι έχει προηγηθεί για να φτάσουμε ως την πώληση από το ΤΑΙΠΕΔ του Ελληνικού, με μια σύμβαση που θυμίζει υπανάπτυκτη αφρικανική χώρα, είναι μια πολιτική απαξίωσης του δημόσιου χώρου και αποξένωσης των πολιτών από την προοπτική, το αίτημα, το δικαίωμα και το όραμα για την κοινή χρήση του.


Η στρατηγική της απαξίας του δημόσιου χώρου έτσι ώστε να περάσει στην συλλογική συνείδηση η ανάγκη «αξιοποίηση» του, με τον τρόπο και τους όρους που επιθυμεί μια νεοφιλελεύθερη αντίληψη ιδιωτικοποιήσεων και οικονομικού κέρδους είναι απλή και δοκιμασμένη σχεδόν σε όλο τον δυτικό κόσμο.

Πρώτα ο Δημόσιος χώρος χάνει την λειτουργικότητα του και τον ρόλο του μέσα στην καθημερινή δράση και λειτουργία της πόλης. Έπειτα ξεκινά μια συζήτηση για την «αξιοποίηση» του που όμως είναι μελετημένα και από πριν, υπονομευμένη ώστε να αποτύχει και να οδηγήσει σε αδράνεια και αδιαφορία της κοινωνίας, των φορέων και των πολιτών. 

Στην συνέχεια και σχεδόν καθ’ όλη την διάρκεια ο δημόσιος χώρος υποβαθμίζεται μέσα από την εγκατάλειψη και τις υποβαθμισμένες (συνήθως και με μια δόση κοινωνικής απαξίας) χρήσεις που έχουν ακανόνιστο ενδεχομένως και σε κάποιες περιπτώσεις παραβατικό περιεχόμενο. Τέλος η απαξία ολοκληρώνεται μέσα από την αδιαφορία και την κοινωνική αγανάκτηση που στοχευμένα ενισχύουν τα ΜΜΕ  προβάλλοντας την ανάγκη ( συνήθως οικονομική και διόλου κοινωνική ή περιβαλλοντική) για απαλλαγή του «βάρους» και της αχρηστίας που έχει αποκτήσει ο Δημόσιος χώρος με τον καιρό… ( ο χρόνος είναι ουσιαστικός παράγοντας επιτυχίας την συγκεκριμένης στρατηγικής…)

Η λύση – λύτρωση έρχεται τελικά με την διάθεση προς πώληση του Δημόσιου χώρου  σε έναν «ικανό», «οραματικό» και σχεδόν πάντα με ένα εντυπωσιακό σχέδιο «αξιοποίησης» ιδιώτη- επενδυτή. Υπάρχει πάντα ένα ευτελές αρχικό αντίτιμο ( πολύ χαμηλότερο από την πραγματική αξία του δημόσιο χώρου στην αγοραία εκτίμηση του) και υποσχέσεις για μελλοντικά οικονομικά οφέλη σε ένα ακαθόριστο και με πολλές προϋποθέσεις μέλλον.

Στο τελευταίο στάδιο φυσικά, ο χαρακτήρας του Δημόσιου χώρου έχει αλλοτριωθεί εντελώς και έχει αντικατασταθεί από τον επενδυτή, σε προκαθορισμένες δημόσιες χρήσεις, μόνο που αυτή την φορά, εμπεριέχουν την μικρή λεπτομέρεια της οικονομικής αποδοτικότητας, δηλαδή του κέρδους προς όφελος του ιδιώτη-επενδυτή-σωτήρα…

Με αυτόν τον απλό τρόπο ο Δημόσιος χώρος χάνει την πολύπλευρη και πολυεπίπεδη κοινωνική, πολιτισμική, περιβαλλοντική, οικολογική και λειτουργική του αξία και μετατρέπεται σε επενδυτική ευκαιρία «φιλέτο», με τον μονοσήμαντο χαρακτήρα του οικονομικού κέρδους για τον ιδιώτη επενδυτή…

Στην περίπτωση του Ελληνικού ακολουθήθηκαν όλα τα παραπάνω βήματα από την πλευρά της πολιτείας, που σχεδόν ποτέ δεν έκρυψε τις μύχιες προθέσεις της για το πρώην Αεροδρόμιο του Ελληνικού. Παρόλες  τις  προτάσεις,  που έγιναν κατά καιρούς, με εμβληματικότερη αυτή της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ που συντάχθηκε σε συνεργασία με τους παρακείμενους δήμους και αφορά την δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου, το αποτέλεσμα δεν διαφέρει και πολύ από αυτό που περιγράφει σε κείμενο του ο καθηγητής του ΕΜΠ Νίκος Μπελαβίλας.

Το επενδυτικό σχέδιο που προτάθηκε και εγκρίθηκε τελικά (αλίμονο αν δεν εγκρίνονταν άλλωστε, όταν μιλάμε για την Lamda Development…), ακολουθεί δυστυχώς ένα μάλλον παρωχημένο πρότυπο χρήσεων που βασίζεται στην υπερσυγκέντρωση  τουριστικών χρήσεων, εμπορικών, δραστηριοτήτων και κατοικίας δημιουργώντας μια «ιδιωτική πόλη» μέσα στην πόλη.

Μια αστική «ιδιαιτερότητα» με χωροταξικά, πολεοδομικά, ανθρωπογεωγραφικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά που στοχεύουν στη μέγιστη οικονομική ωφέλεια ενώ από την άλλη εξωτερικεύουν όλα τα πιθανά κόστη και αδυναμίες. 

Δεν είναι φυσικά τίποτα πρωτότυπο. Τα ίδια επενδυτικά πλάνα σε περιοχές «φιλέτα» έχουν προηγηθεί στις μεσογειακές ακτές της Ισπανίας την προηγούμενη δεκαπενταετία (με τα γνωστά αποτελέσματα για την οικονομία της χώρας) και τις χώρες του κόλπου στην Μέση Ανατολή. Το βασικό τους πρόβλημα είναι πως οι επενδυτές που αναζητούν, δεν τους αφορά η βιωσιμότητα μιας τέτοιας επένδυσης ή οι επιπτώσεις, αλλά το βραχυχρόνιο όφελος από αυτή, ενώ σε περίπτωση αποτυχίας (βλέπε Ισπανία), δεν διστάζουν να εγκαταλείψουν ημιτελή τα επενδυτικά τους σχέδια, να στοιχειώνουν με τσιμέντο τις ακτογραμμές μιας και το κόστος αποκατάστασης είναι συνήθως απαγορευτικό…