Σελίδες

Στο "έλεος" των κουπονιών διατροφής 50 εκατ. Αμερικάνοι


Το 15% των ανθρώπων στις ΗΠΑ ζει κάτω από το όριο της φτώχιας. Περίπου 50 εκατομ. άνθρωποι εξαρτώνται από το πρόγραμμα των κουπονιών διατροφής, το οποίο «ψαλιδίστηκε» στις αρχές Νοεμβρίου κατά 4 δισ. δολάρια. 

Ο 58χρονος Μάικλ Φλάουερς εξηγεί στην υπεύθυνη ενός ιδρύματος που προμηθεύει άπορους με δωρεάν τρόφιμα ότι δεν έχει καμία πηγή εισοδήματος. Ο Φλάουερς εξαρτάται από τα κουπόνια διατροφής αξίας 189 δολαρίων -11 δολάρια λιγότερα σε σχέση με τον προηγούμενο Νοέμβριο. Είναι άνεργος, δεν δικαιούται κοινωνικό επίδομα, ενώ η εύρεση εργασίας είναι σχεδόν αδύνατη στις νότιες αμερικανικές πολιτείες που πλήττονται από υψηλή ανεργία.

Το ίδρυμα «Greater Birmingham Ministries» στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα προσφέρει σε όσους έχουν ανάγκη μία σακούλα με τρόφιμα κάθε 90 μέρες. Η Μέρι Τζόουνς, εργαζόμενη του ιδρύματος, λέει ότι συχνά επικρατεί το αδιαχώρητο: «Μία τριμελής οικογένεια παίρνει την αποκαλούμενη βαριά σακούλα. Μία κονσέρβα φασόλια, ρεβίθια, φρούτα κονσέρβας και ίσως ένα κομμάτι κρέας. Αλλά πόσο καιρό να αντέξουν αυτά για τρία άτομα;» αναρωτιέται.
 
Οι δικαιούχοι διπλασιάστηκαν τα τελευταία 10 χρόνια

Μία σακούλα με τρόφιμα κάθε 90 μέρες
Μία σακούλα με τρόφιμα κάθε 90 μέρες
Πολλοί Αμερικανοί εξαρτώνται από συσσίτια και τη βοήθεια της εκκλησίας. Ακόμη και όσοι λαμβάνουν κουπόνια διατροφής ή εργάζονται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης. Ένας στους επτά ζει κάτω από το όριο της φτώχιας, το οποίο -ας σημειωθεί- έχει τοποθετηθεί πολύ χαμηλά. Τα κουπόνια διατροφής υπάρχουν στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1960. 

Τέσσερα χρόνια πριν, με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, το σχετικό κονδύλι αυξήθηκε στο πλαίσιο του κυβερνητικού προγράμματος τόνωσης της οικονομίας. Μία αύξηση που ανακλήθηκε το Νοέμβριο που πέρασε, πλήττοντας 47 εκατομ. άπορους δικαιούχους. Η Ντανιέλ είναι μία από αυτούς. Όπως εξηγεί, «για πολλούς ανθρώπους το μόνο που έχουν είναι τα κουπόνια διατροφής. Πώς θα τρώνε τώρα; Έντεκα δολάρια είναι μεγάλη διαφορά. Χωρίς αυτά στερείται κανείς δύο μεγάλες σακούλες πατατάκια».

Η Ντανιέλ αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα υγείας, είναι άνεργη τα τελευταία τρία χρόνια και αδυνατεί να εργαστεί. Παρόλα αυτά, δεν πληροί τα αυστηρότατα κριτήρια που έχουν τεθεί για τα κουπόνια διατροφής. Ο αριθμός των δικαιούχων έχει διπλασιαστεί τα τελευταία επτά χρόνια. Οι Ρεπουμπλικάνοι επικρίνουν το πρόγραμμα των κουπονιών, ισχυριζόμενοι ότι ενθαρρύνει τη μη αναζήτηση εργασίας. Ωστόσο, το 80% όσων τα λαμβάνουν είναι οικογένειες με παιδιά, άνθρωποι με αναπηρία και ηλικιωμένοι. 

Ο Σκοτ Ντάγκλας, διευθυντής αποθήκης τροφίμων που διατίθενται έναντι κουπονιών, δίνει μία εικόνα της κατάστασης: «Παλιότερα υπήρχαν στις οικογένειες των νότιων πολιτειών εργάτες σε ορυχεία και χαλυβουργεία, μερικοί επιχειρηματίες, ίσως και ορισμένοι δάσκαλοι, στους οποίους μπορούσαν να στραφούν οι φτωχοί συγγενείς. Σήμερα ένας μερικώς απασχολούμενος απευθύνεται σε κάποιον άλλο με μερική απασχόληση. Οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι –το ίδιο και ο κύκλος τους».

Τα έξοδα μετακυλίονται στο σύστημα υγείας
Το ίδρυμα «Greater Birmingham Ministries» στο Μπέρμιγχαμ της ΑλαμπάμαΟι Ρεπουμπλικάνοι επιδιώκουν να περικόψουν το πρόγραμμα των κουπονιών διατροφής κατά 40 δισ. δολάρια τα επόμενα 10 χρόνια, σχέδιο που συναντά το βέτο των Δημοκρατικών. Η διαφωνία σε αυτό το ζήτημα είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν έχει ψηφιστεί στο Κογκρέσο η αγροτική μεταρρύθμιση, τμήμα της οποίας είναι και το πρόγραμμα των κουπονιών διατροφής.
 
Την ίδια ώρα, μελέτες καταδεικνύουν ότι κάθε δολάριο που δαπανάται για κουπόνια διατροφής παράγει οικονομική δραστηριότητα αξίας εννιά ευρώ. Τα χρήματα για τα κουπόνια διατροφής δεν βοηθούν μόνο 4 εκατομ. ανθρώπους να ξεπεράσουν το όριο της φτώχιας, αλλά και μικροκαλλιεργητές και σούπερ μάρκετ να πωλούν περισσότερα προϊόντα. Και όπως επισημαίνει, τέλος, ο Σκοτ Ντάγκλας: «Είναι και θέμα σωστής διατροφής. Αν περικοπούν τα κουπόνια για τρόφιμα, αυτοί που τα στερούνται θα φάνε κάτι πιο φθηνό και ανθυγιεινό. Παθήσεις, όπως η παχυσαρκία, η υπέρταση και άλλα παρόμοια, θα οξυνθούν. Έτσι τα έξοδα μετακυλίονται απλά σε υψηλότερες δαπάνες για το σύστημα υγείας».

Miriam Braun / Άρης Καλτιριμτζής
Υπεύθ. σύνταξης: Ειρήνη Αναστασοπούλου